Του την έπεσαν, κατά το κοινώς λεγόμενο, του Τσίπρα, απ' όλες τις μεριές, για τη φράση του Σόιμπλε «είναι η εφαρμογή, ανόητε». Μια φράση που έκανε το γύρο του κόσμου σε ογδόντα δευτερόλεπτα, και ερμηνεύτηκε, στη Γερμανία ιδιαίτερα, αλλά πολύ πιο φιλόξενα και από τη Γερμανία στην Ελλάδα, ως επίθεση, προσβολή, ανάθεμα, στον Έλληνα πρωθυπουργό. Τον έκανε του αλατιού τον Τσίπρα ο Σόιμπλε!
Και καλά στη Γερμανία, εκεί έχουν το σκοπό τους, αλλά γιατί έγινε για χιλιοστή φορά στόχος ο Τσίπρας εδώ στην Ελλάδα; Γιατί έκατσε και «τον έσκισε σαν κότα ο Γερμαναράς», λέει ο αριστερός Δελαστίκ. Γιατί αποδείχτηκε «παιδί της καρπαζιάς», λέει η Χρυσή Αυγή. Ενδιαμέσως –μεταξύ κότας, καρπαζιάς, ξεφτίλα, πουλημένου, γονατισμένου και άλλων πολιτικά ορθών χαρακτηρισμών- κινήθηκε όλο το σινάφι των καναλιών, των βαρόνων, της κατσαρόλας, των υπερήφανων Ελλήνων γενικώς. Μαζί με τη συνεπή, συνεπέστερη, και συνεπέστατη αριστερά.
Τον έβρισε λοιπόν ο «Γερμαναράς». Κι αυτός τόλμησε να απαντήσει ψύχραιμα και πολιτικά. Και κατηγορείται γιατί δεν τράβηξε το σκοινί, δεν έφυγε, δεν απάντησε με προσβολή στην προσβολή. Προτίμησε να αγνοήσει τον εκτροχιασμένο Γερμανό και να πει τα δικά του για την Ελλάδα, την Ευρώπη, τη λιτότητα, τα ελληνικά κεριά και τους γερμανικούς δυναμίτες. Έτσι έκρινε εκείνη τη στιγμή ότι έπρεπε να υπερασπιστεί τη χώρα που εκπροσωπούσε, κι όχι σηκώνοντας το γάντι που του πέταξε ο εσκεμμένα καβγατζής. Παρενθετικά, ας πούμε, ότι μετά το σάλο ο Σόιμπλε τα μάζεψε και προσπάθησε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις –αφού πρώτα διασκέδασε τους Γερμανούς συντηρητικούς και τους ανά την Ευρώπη εχθρούς του Τσίπρα- λέγοντας ότι δεν ήθελε να θίξει κανέναν κι απλώς διασκεύασε για την περίσταση τον Κλίντον.
Γερμανικές μπούρδες. Τον Τσίπρα ήθελε να προσβάλει δημόσια. Στημένα μάλιστα –σχεδόν προβοκάτσια διέπραξε. Ας πούμε όμως ότι κακώς ο Τσίπρας δεν τον σιχτίρισε κι αυτός, με κάποια ατάκα από κείνες που δεν του λείπουν. Ας πούμε ότι αιφνιδιάστηκε από το θράσος, την αγένεια, και την ιταμότητα αποικιοκράτη, που επέδειξε ο Σόιμπλε. Ας πούμε ότι έκανε εκείνη τη στιγμή λάθος επιλογή, κι έβαλε την αίσθηση της ευθύνης πάνω από το σεβασμό που δικαιούται ως πρωθυπουργός. Ας πούμε ότι θεώρησε την αγένεια του Σόιμπλε μια πεπονόφλουδα που αν την πατούσε θα κόστιζε στη χώρα. Ας πούμε ό, τι άλλο σκεφτείτε. Ακόμα κι αυτό που «παίζει» πολύ, ότι φοβήθηκε τον Γερμανό –μην τον δείρει; Ας πούμε, τελικά, ότι έχουν δίκιο όσοι τον κατηγορούν ότι έπρεπε να απαντήσει στην προσβολή με προσβολή. Στη βρισιά με βρισιά. Ή να γυρίσει την πλάτη του στον Σόιμπλε και να φύγει.
Ας πούμε. Πάμε όμως κα λίγο παρακάτω. Δεν πρέπει να μας απασχολήσει και η στάση του Σόιμπλε απέναντι στον Τσίπρα; Η απροκάλυπτη εμπάθεια και επιθετικότητά του; Ξύπνησε στραβά ένα πρωί και στα καλά καθούμενα τα έβαλε με τον Έλληνα ο Γερμανός; Ή τον μισεί, δεν θέλει να τον βλέπει ούτε ζωγραφιστό, του γυρίζουν τα τευτονικά του άντερα όταν τον ακούει, δεν κρατιέται να τον στείλει αδιάβαστο, να τον σβήσει από το χάρτη; Ποιος έχει αμφιβολία γι' αυτό; Δεν έχει προϊστορία το μένος της φυλής του Σόιμπλε για τη φυλή του Τσίπρα; Είναι πρώτη φορά που ο Σόιμπλε και τα τεκνά του μιλούν άσχημα, περιφρονητικά, προσβλητικά, για τον Έλληνα πρωθυπουργό; Όχι βέβαια.
Κι αν όπως φωνάζουν οι κριτές, οι ανακριτές, και οι υποκριτές, ο Τσίπρας είναι υποτακτικός του Σόιμπλε. Αν, όπως λέγεται και από αριστερά και από δεξιά, και από ακροδεξιά, και από πάσης πολιτικής φύσεως και αποφύσεως χείλη «κάνει τη βρώμικη δουλειά» για λογαριασμό του. Τότε γιατί να του επιτεθεί δημοσίως και με τόση προσχεδιασμένη εμπάθεια ο εκπρόσωπος της μεγάλης Γερμανίας; Τον άνθρωπό του; Τον εκτελεστή των εντολών του, που στη Δεξιά τον γύρευε, και στην Αριστερά τον βρήκε; Να προσπαθεί να του μειώσει το κύρος, να τον κατεβάσει, να τον εκθέσει;
Σαν να ακούω την πληρωμένη, χρυσαυγίτικη το γένος, απάντηση: Γιατί έτσι κάνουν στους υπηρέτες τα αφεντικά. Α, έτσι κάνουν; Τότε γιατί στον Παπανδρέου έδιναν τέθριππα βραβεία, για τον Παπαδήμο έγραφαν ωδές, στον Σαμαρά αφιέρωναν ύμνους, και τον Στουρνάρα τον αποκαλούσαν αγαπησιάρικα Giannis, όταν τον διέταζαν Giannis forget it; Γιατί, αντίθετα με όλους αυτούς, τον Τσίπρα τον πολέμησαν με όλα τα μέσα –από τα οποία το πιο αθώο οι προσβολές και οι χαρακτηρισμοί; Γιατί προειδοποιούσαν τους Έλληνες να μην τον ψηφίσουν, γιατί τον έστησαν στον πάσσαλο της ατίμωσης όταν πήρε την πρωτοβουλία για δημοψήφισμα, γιατί τον κοπανάνε όπου τον πετύχουν; Γιατί και τώρα, σε μια τέτοια συζήτηση, δεν έχασαν την ευκαιρία να του επιτεθούν με τέτοιο τρόπο; Μήπως γιατί βλέπουν και ξέρουν, αυτό που δεν θέλουν να δουν και να μάθουν κάποιοι δικοί μας; Ότι ο Τσίπρας είναι απέναντι στον Σόιμπλε και στο σόι του;
Όποιος αφαιρεί από τη νέα επίθεση αυτό το σχεδόν αυταπόδεικτο, ότι δηλαδή στο πρόσωπο του Τσίπρα ο Σόιμπλε και οι ακόλουθοί του βλέπουν έναν επικίνδυνο αντίπαλο της πολιτικής τους, ένα μισητό πολιτικό, έναν εχθρό, ένα δημαγωγό, κομμουνιστή, λαϊκιστή (οι χαρακτηρισμοί δικοί τους) που πρέπει να τον διασύρουν με κάθε τρόπο, να τον εκμηδενίσουν, να τον στείλουν στα αζήτητα, τότε βάζει στο μπαούλο τη λογική και βγάζει από το μπαούλο τα απωθημένα του. Διότι, αν έτσι έχουν τα πράγματα –και όλα δείχνουν ότι έτσι ακριβώς έχουν- τότε οι επιθέσεις του Σόιμπλε είναι τιμή για τον Τσίπρα. Τα έχει με τον Τσίπρα ο άνθρωπος και δεν το κρύβει, πώς να το κάνουμε; Δεν του κάνει για την «εφαρμογή» ο ανόητος. Κι έτσι, αν ψάχνεις ψύχραιμα, χωρίς παληκαριές της φακής και μπουμπουνητά του διαδικτύου, προς τι το μίσος –γερμανικό, αλλά και ελληνικό- για τον Τσίπρα, η απάντηση είναι απλή: Είναι ο Τσίπρας, μπουμπούνα…
Από τήν Αυγή