Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2015

Μερικά βήματα πριν από την έναρξη του πολέμου το 1940

Με αφορμή την 75η επέτειο του «ΟΧΙ», θεωρώ ότι θα ήταν χρήσιμο να θυμηθούμε ορισμένα από τα «βήματα» που μας οδήγησαν στο να εγκαταλείψουμε την ουδετερότητα και να ενταχθούμε στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και στο πλευρό των δυνάμεων της «Συνεννόησης», ή της «Αντάντ», όπως καθιερώθηκε να λέγεται από τη γαλλική γλώσσα (Entente).

Το πρωινό της 14ης Αυγούστου του 1940, ο υποπλοίαρχος Τζουζέπε Αϊκάρντι αποπλέει από την ιταλοκρατούμενη Λέρο ως κυβερνήτης του υποβρυχίου «Delfino». Η αποστολή αυτής της επιθετικής περιπολίας ήταν διττή, καθώς περιελάμβανε αφενός την καταστροφή αξιόμαχων μονάδων του ελληνικού στόλου, και αφετέρου να θέσει σε δοκιμασία τη στάση της ουδετερότητας της Ελλάδας έναντι των διελεύσεων των βρετανικών πλοίων απ' το Αιγαίο. Οι ιταλικές τορπίλες θα βρουν το πρωί της 15ης Αυγούστου το γηραιό και ελαφρύ καταδρομικό «Έλλη» το οποίο συμμετείχε στον εορτασμό της Παναγίας στο νησί της Τήνου. Ο Μεταξάς, στις δηλώσεις του, θα κάνει λόγο για πυρά άγνωστου υποβρυχίου, παρότι γνώριζε πολύ καλά ότι οι τορπίλες ήταν ιταλικές, σύμφωνα με τα θραύσματα που είχαν αφήσει πίσω τους. Μπορεί κανείς να ερμηνεύσει τη στάση αυτή θεωρώντας ότι δεν ήθελε να προκαλέσει τον Μουσολίνι προκειμένου να μην του δώσει αφορμή να επιτεθεί στην Ελλάδα.

Κατά τη διάρκεια του Σεπτεμβρίου του 1940 θα υπάρξει ύφεση στις προκλήσεις των Ιταλών και, μάλλον, ύστερα από παρέμβαση των Γερμανών οι οποίοι δεν επιθυμούσαν να ανοιχτεί νέο μέτωπο στην ΝΑ Ευρώπη. Ωστόσο, από τα τέλη Σεπτεμβρίου έως τις 28 Οκτωβρίου οι φραστικές προκλήσεις μέσω του ιταλικού Τύπου, αλλά και ορισμένες επιθέσεις της ιταλικής αεροπορίας εναντίον ελληνικών πλοίων, έδειχναν ότι ο Μουσολίνι ετοιμαζόταν για πόλεμο ερήμην του Χίτλερ. Όταν στις 11 Οκτωβρίου οι Γερμανοί εισέβαλαν στη Ρουμανία, ο Μουσολίνι εξοργίστηκε και φέρεται να είπε ότι ο Χίτλερ θα έπαιρνε την απάντησή του καθώς θα μάθαινε απ' τις εφημερίδες για την κατάληψη της Ελλάδας από τον εταίρο του. Ασφαλώς, και όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, ο Ιταλός δικτάτορας λογάριαζε χωρίς τον «ξενοδόχο»...

Στις 15 Οκτωβρίου η ανώτατη στρατιωτική και πολιτική ηγεσία της Ιταλίας συνεδριάζει στο "Παλάτσο Βενέτσια" της Ρώμης. Το θέμα της σύσκεψης είναι ένα: Η εισβολή στην Ελλάδα. Ο Ντούτσε ζήτησε από τον στρατηγό Βισκόντι Πράσκα μία εκτίμηση της κατάστασης. Ο Ιταλός στρατηγός τοποθετήθηκε υπέρ της εισβολής εκτιμώντας μια άνετη επικράτηση, καθώς έβρισκε ότι οι αριθμοί του ελληνικού στρατεύματος ήταν σαφώς υποδεέστεροι του ιταλικού ( αναλογία επιτιθέμενων και αμυνόμενων στην Ήπειρο δύο προς ένα ). Παράλληλα υπολόγισε την εξόντωση των ελληνικών δυνάμεων εντός δύο εβδομάδων, αγνοώντας τις επιφυλάξεις του στρατάρχη Πιέτρο Μπαντόλιο, ο οποίος θεωρούσε ότι οι διατιθέμενες δυνάμεις ήταν ανεπαρκείς για το σχεδιαζόμενο εγχείρημα. Η ιστορία δικαίωσε τις ανησυχίες του Μπαντόλιο.

Το χάραμα ( στις 2.45 ) της 28ης Οκτωβρίου, ημέρα Δευτέρα, ο κόμης και πρεσβευτής της Ιταλίας στην Ελλάδα Εμμανουέλε Γκράτσι καταφτάνει στην Κηφισιά και στην οικία όπου διέμενε ο γεννημένος στην Ιθάκη Ιωάννης Μεταξάς. Ο τελευταίος τον υποδέχεται με τη ρόμπα του και ακολουθεί ένας τόσο σύντομος όσο και περιεκτικός διάλογος. Ο Ιταλός πρεσβευτής καταθέτει τελεσίγραφο εκ μέρους της ιταλικής κυβέρνησης, στο οποίο η απάντηση που έδωσε ο Μεταξάς είναι το γνωστό «ΌΧΙ». Η Ελλάδα είχε περάσει τον Ρουβίκωνα. Στις 5.30 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου το ιταλικό πυροβολικό παίρνει διαταγή για την έναρξη του πυρός με όλες του τις δυνάμεις ενάντια στο ελληνικό μέτωπο. Ο πόλεμος για τη χώρα μας ήταν πλέον γεγονός.

ΥΓ.1: Η άλογη και απρόκλητη βία που δέχθηκε η πατρίδα μας με τη βύθιση του «Έλλη» τελικά λειτούργησε ως μπούμερανγκ για τους Ιταλούς, οι οποίοι δεν κατάφεραν μεγάλη ζημιά στον στόλο μας, ενώ παράλληλα μας ένωσαν με τη φασιστική συμπεριφορά τους.

ΥΓ.2: Ο συνδυασμός της υπερτίμησης των ιταλικών δυνάμεων με την υποτίμηση των ελληνικών ήταν ο καθοριστικός παράγοντας που τους οδήγησε τελικά στην οδυνηρή ήττα.

ΥΓ.3: Αξίζει και πρέπει ακόμη να σημειωθεί πως η απάντηση του Ι. Μεταξά απέναντι στο ιταλικό τελεσίγραφο ήταν μία απόφαση αντικειμενικά πατριωτική, μα και προσωπική. Στο προσωπικό του ημερολόγιο έγραφε στις 30 Οκτωβρίου: «Με ανησυχεί η υπεραισιόδοξος κοινή γνώμη», ενώ στους δημοσιογράφους δήλωνε ότι η Ελλάδα θα πολεμήσει για τη δόξα και όχι για τη νίκη. Παράλληλα, στη συνάντησή του με τον Ιταλό πρέσβη, έλεγε ότι, αν δεχόταν το τελεσίγραφο, θα έχανε την επικοινωνία με τον βασιλιά, τους υπουργούς και το ΓΕΣ μέσα σε τρεις ώρες. Με λίγα λόγια, θα έχανε τη διοίκηση.

Υπάρχουν, λοιπόν, ιστορικά στοιχεία που συνηγορούν στο ότι ο Ι. Μεταξάς δεν πίστεψε στο «Όχι» -σε αντίθεση με τον ελληνικό λαό που και το πίστεψε και το υλοποίησε- αλλά οδηγήθηκε σε αυτό προς υπεράσπιση του καθεστώτος του. Γνωρίζοντας, πλέον, αυτά τα στοιχεία, μπορούμε να εκτιμήσουμε με έναν τέλεια διαφορετικό τρόπο τη φράση «Ώστε έχουμε πόλεμο», που φέρεται να είπε δις ο Ι. Μεταξάς εκείνο το βράδυ της 28ης Οκτωβρίου στο σπίτι του στην Κηφισιά... 

Από τήν Αυγή Online



Η ανεπιθύμητη απελευθέρωση

«Αδέρφια, συμπολίτες, η περίφημη πόλη μας, που επί τέσσερα χρόνια στέναζε κάτω από τη φασιστική μπότα, μα ποτέ δεν έπαψε να αντιστέκεται, είναι επιτέλους ελεύθερη. Ζήτω η ελεύθερη Ελλάδα! Ζήτω η λευτεριά! Ζήτω η αδούλωτη Θεσσαλονίκη! Ζήτω οι απελευθερωτές του ΕΛΑΣ! Για την ευτυχισμένη και πολυπόθητη αυτή μέρα έχυσαν το αίμα τους και θυσιάστηκαν τα πιο ακριβά παλικάρια και κορίτσια της πόλης μας. Δεν θα ξεχάσουμε ποτέ τους τολμηρούς και ανδρειωμένους που με τη ζωή τους μας έδειξαν τον δρόμο της λευτεριάς, αιώνια τιμή και δόξα στους ήρωές μας...».

Το χαρμόσυνο αυτό μήνυμα έστελναν με το χωνί τους τα ξημερώματα της 30ης Οκτωβρίου 1944 στους ξαγρυπνισμένους κατοίκους της μαρτυρικής αλλά ανυπότακτης Θεσσαλονίκης δύο ΕΠΟΝίτισσες σκαρφαλωμένες σε μια στέγη στην Άνω Πόλη.

Είχαν κάθε λόγο να πανηγυρίζουν στην πόλη του Ολοκαυτώματος, όπου ιδρύθηκε στις 15 Μαϊου 1941, έναν μόλις μήνα μετά την κατάληψή της από τους Ναζί, η «Ελευθερία», η πρώτη αντιστασιακή οργάνωση στην κατεχόμενη Ευρώπη.

Γιατί «ξέσχισαν τον Δούρειο Ίππο της Καζέρτας», κατά την έκφραση του Μάρκου Βαφειάδη αλλά και τη συμφωνία της Λισσαβώνας, που «το τίμημά της ήταν να παραχωρηθεί η Θεσσαλονίκη από τους Γερμανούς στους Άγγλους, ώστε να μπορέσουν να την καταλάβουν αμαχητί και μ' αυτόν τον τρόπο η Ελλάδα να περιέλθει στο δυτικό στρατόπεδο». (Συνέντευξη του φον Σπέε στον Β. Μαθιόπουλο το 1976 στη Χαϊδελβέργη. Η Ελληνική Αντίσταση (1941-44) και οι Σύμμαχοι, 1994). Γιατί ματαίωσαν τα σχέδια των ταγματασφαλιτών που είχαν λάβει «εντολήν παρά του κ.Υπουργού Γενικού Διοικητού Μακεδονίας Αθ. Χρυσοχόου να σπεύσωσι προς απελευθέρωσιν της πόλεως από την κομμουνιστικήν τυραννίαν»(!)

To τέλος της γερμανικής κατοχής στη Μακεδονία είχε διαφανεί ήδη από το καλοκαίρι του 1944, όταν η Ομάδα Μεραρχιών Μακεδονίας του ΕΛΑΣ, υπό τον στρατηγό Ευριπίδη Μπακιρτζή, απελευθέρωνε τη μία μετά την άλλη τις πόλεις της Δ.Μακεδονίας. Η απελευθέρωση της Αθήνας και του Βελιγραδίου έκανε τους Σαλονικιούς να νιώθουν πως και τα δικά τους δεινά έφταναν στο τέλος. Η ιστορική απόφαση του Μάρκου Βαφειάδη και του Ευριπίδη Μπακιρτζή να προελάσουν προς τη Θεσσαλονίκη αποδείχτηκε σωτήρια, καθώς όχι μόνο γλίτωσαν τις υπό ανατίναξη υποδομές της (λιμάνι, ηλεκτρικές εταιρείες, υδραγωγεία, αλευρόμυλους κ.λπ.) αλλά και από τα δικά της «Δεκεμβριανά». Επιπλέον, τόσο οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ όσο και εκείνες του ΕΑΜ ανέλαβαν με επιτυχία το τιτάνιο έργο της μετάβασης της πόλης από τη σκλαβιά στην ελευθερία έως την επάρατη συμφωνία της Βάρκιζας - βούτυρο στο ψωμί των λουφαγμένων «εθνικοφρόνων» και των δωσιλόγων, που δεν δίστασαν να αιματοκυλήσουν την πρώτη επέτειο της απελευθέρωσής της από τους Ναζί. Σκοτώνουν έναν 25xρoνo κουρέα και τραυματίζουν 12 άτομα. Όχι μόνο δεν συλλαμβάνεται κανείς, αλλά και θάβουν για δεκαετίες ολόκληρες ως μη «εθνικώς ορθή» ακόμη και την ημερομηνία της απελευθέρωσης!

Έπρεπε να περάσουν 37 χρόνια για να τιμήσουν οι Θεσσαλονικείς την επέτειο «απολυτρώσεως» της πόλης με πρωτοβουλία του αριστερού δήμαρχου Θανάση Γιαννούση και τη συμμετοχή των δημάρχων Σταυρούπολης, Αμπελοκήπων και Ευόσμου. Την παρακαταθήκη αυτή θα συνεχίσει μέχρι το 1986 και ο κατοπινός δήμαρχος Θ.Μαναβής, ενώ επί δημαρχίας Σ.Κούβελα παύει κάθε εορτασμός της «ενοχλητικής» αυτής επετείου. Το υπουργείο Β.Ελλάδος και η ΤΕΔΚ θα συνεχίσουν να τιμούν την επέτειο, ώσπου, μετά το 1989, σβήνεται από το δημοτικό εορτολόγιο, για να αναβιώσει μόλις πέρυσι με ειδική τιμητική συνεδρίαση του Δ.Σ. Θεσ/νίκης.

Σήμερα, 71 χρόνια μετά, δεν θα βρείτε κανέναν δρόμο της πόλης αφιερωμένο στην «30.10.1944». Αντίθετα, θα δείτε να φιγουράρουν, με απόφαση του χουντικού ΔΣΘ και την ανοχή των κατοπινών, τα ονόματα όσων προϋπάντησαν, συνεργάστηκαν και κατευόδωσαν τους τυράννους της φαιάς πανούκλας, όπως οι κατοχικοί δήμαρχοι Κ. Μερκουρίου και Γ. Σερεμέτης.

Έστω και με καθυστέρηση 71 ετών, το ΔΣΘ, αποκαθιστώντας την ιστορική αλήθεια, πρέπει να ακυρώσει τις κατάπτυστες αυτές ονοματοδοσίες και να κοσμήσει τους δρόμους της πόλης με τα ονόματα των απελευθερωτών της. Μια τέτοια απόφαση, πέρα από τον προφανή συμβολισμό της, θα αποτελεί και πολιτικό όπλο απέναντι στη νεοναζιστική πανούκλα που κατοικοεδρεύει και στα έδρανα της Βουλής. Η δε κυβέρνηση της Αριστεράς να εκδώσει, επιτέλους, το Π.Δ. για την καθιέρωση της 30ής Οκτωβρίου ως επίσημης γιορτής. 

Από τήν Αυγή Online 


Βγάζει ο Βάλντις τη στολή του

Ε, δεν είναι και το καλύτερο, μέρα σαν κι αυτή, να... περιπεράστε στην Αθήνα ο Βάλντις Ντομπρόφσκις. Να ακούς τις οδηγίες του προς την -κυρίαρχη, υποτίθεται- ελληνική κυβέρνηση. Να υφίστασαι για χιλιοστή φορά τον ίδιο ευγενώς διατυπωμένο, αλλά εγγενώς καταραμένο εκβιασμό: Για να έχετε την πολυπόθητη αξιολόγηση πρέπει πρώτα να κάνετε τούτο, και κείνο, και το άλλο. Όπου τούτο, και κείνο, και το άλλο, το ένα χειρότερο από το άλλο. Για μας, εννοείται.

Είπε πολλά ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν. Και για το πρόγραμμα, και για τις μεταρρυθμίσεις, και για την τόλμη, που όλα τα καλά χρειάζονται, και για το επιχειρηματικό κλίμα, και για το εποικοδομητικό κλίμα. Προσεκτικός πάντα, μην του φάμε το δίκιο. Αν οι προηγούμενοι ήταν, για να το ταιριάξουμε με τη μέρα, βάζει ο Τόμσεν τη στολή του, αυτός είναι βγάζει ο Βάλντις της στολή του. Με πολιτικά και με το γάντι δηλαδή, όχι καραβανάς των δανειστών.

Είπε όμως μεταξύ των πολλών και το κορυφαίο. Ότι ένα από τα προαπαιτούμενα είναι να υπάρξει αίσθηση εθνικής κυριότητας του προγράμματος μεταρρυθμίσεων. Που πάει να πει, στη μνημονιακή γλώσσα, ότι μπορεί να δεχτήκαμε με το στανιό μια σειρά από μέτρα. Αλλά τώρα πρέπει να τα υιοθετήσουμε ασμένως και εθνικώς. Να τα καταστήσουμε εθνική ιδιοκτησία. Να αναφωνήσουμε όπως ο Άδωνις: Δεν είναι των δανειστών, καλέ. Είναι δικά μας.

Και δεν του ξέφυγε φυσικά η φρασούλα. Αυτή εκφράζει με τον πιο σαφή τρόπο τη σκληρή ευρωπαϊκή γραμμή. Η οποία απαιτεί ιδιοκτησία, πώς το λένε. Κάν'το όπως η Λετονία, που όταν βρέθηκε σε κρίση, η κυβέρνηση Ντομπρόβσκις ανέλαβε την ιδιοκτησία του προγράμματος-σοκ, εισαγωγής ΔΝΤ. Και σήμερα η χώρα έχει από τα πιο γρήγορα Internet στον κόσμο. Και την πιο γρήγορη μετανάστευση βεβαίως: Με το ιδιόκτητο Μνημόνιο αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν 330.000 Λετονοί. Σε σύνολο δύο εκατομμυρίων!

Η ιδιοκτησία αυτής της επιτυχίας έκανε τους Γερμανούς να προωθήσουν τον Ντομπρόβσκις στην αντιπροεδρία της Κομισιόν. Και να τον στείλουν στην Ελλάδα, για να μας μάθει πώς να αποκτήσουμε αίσθηση εθνικής κυριότητας των Μνημονίων. Αν τώρα πω ότι ακούγοντας τον συγκεκριμένο ιδιοκτήτη να υπόσχεται έντιμο συμβιβασμό στους ανήσυχους ιδιοκτήτες πρώτης κατοικίας γίνομαι ιδιοκτήτης μεγάλης ανησυχίας, θα είμαι εκτός γραμμής; 

Από τήν Αυγή Online 


 

Απόρρητο πόρισμα: Η Ελλάδα διατηρεί το δικαίωμα να διεκδικήσει από τη Γερμανία επανορθώσεις για τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο


Η Ελληνική Δημοκρατία διατηρεί το δικαίωμα να διεκδικήσει από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας την πλήρη ικανοποίηση όλων των δημοσίων αξιώσεων, αλλά και των αξιώσεων Ελλήνων υπηκόων που πηγάζουν από τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει το Απόρρητο Πόρισμα Ομάδας Εργασίας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που φέρνει, για πρώτη φορά στο φως, κατ' αποκλειστικότητα, το CNN Greece.

Στα συμπεράσματα της ογκώδους έκθεσής, που ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 2014, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους προτείνει ότι αν η Ελληνική Δημοκρατία επιθυμεί τη “δυναμικότερη προώθηση των διεκδικήσεων της”, πρέπει να ακολουθήσει τα εξής βήματα:
  1. Να προσκαλέσει – μέσω της διπλωματικής οδού- την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας σε διαπραγματεύσεις.
  2. Σε περίπτωση που η Γερμανία αρνηθεί να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις ή σε περίπτωση αδυναμίας εξεύρεσης συμφωνίας των δυο χωρών, τότε η Ελλάδα θα πρέπει να προσφύγει απευθείας “σε δεσμευτική για τα μέρη δικαιοδοτική κρίση” παρακάμπτοντας το Διαιτητικό Δικαστήριο της Συμφωνίας του Λονδίνου καθώς αυτό έχει μόνο μη δεσμευτικού χαρακτήρα δικαιοδοσία.

H “ δεσμευτική για τα μέρη δικαιοδοτική κρίση ”

Το τέταρτο συμπέρασμα του Πορίσματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που αποκαλύπτει σήμερα το CNN Greece, προτείνει ότι αν η Ελληνική Δημοκρατία επιθυμεί τη γρηγορότερη διευθέτηση του ανοιχτού ζητήματος των αξιώσεων της χώρας μας, πρέπει να παρακάμψει την προσφυγή στο Διαιτητικό Δικαστήριο της Συμφωνίας του Λονδίνου και να προσφύγει απευθείας “στην δεσμευτική για τα μέρη δικαιοδοτική κρίση”. Η άποψη, δηλαδή, του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, είναι ότι η Ελλάδα θα πρέπει να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Το Διαιτητικό Δικαστήριο της Συμφωνίας του Λονδίνου ιδρύεται βάσει του άρθρου 28 αυτής και έχει αποκλειστική δικαιοδοσία για διαφορές που προκύπτουν σε ζητήματα ερμηνείας ή εφαρμογής της Συμφωνίας του Λονδίνου. Το Πόρισμα εξετάζει ενδελεχώς ζητήματα που αφορούν νομικά προβλήματα και δυσκολίες οι οποίες πηγάζουν από πιθανή προσφυγή στο Διαιτητικό Δικαστήριο της Συμφωνίας του Λονδίνου.

Επιπλέον, εξετάζει και νομικές δυσκολίες και ανοιχτά ζητήματα που μπορεί να προκύψουν από την προσφυγή στη “ δεσμευτική για τα μέρη δικαιοδοτική κρίση ”. Πρόκειται για το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης του οποίου η δικαιοδοσία αναγνωρίζεται μετά από ειδική δήλωση κάθε χώρας στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ. Η Ελλάδα έχει καταθέσει τη συγκεκριμένη δήλωση από το 1994,ενώ η Γερμανία μόλις το 2008.

Το ζήτημα που προκύπτει είναι αν το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης έχει δικαιοδοσία για ζητήματα που προέκυψαν πριν την κατάθεση της συγκεκριμένης δήλωσης. Οι συντάκτες του Πορίσματος θεωρούν ότι η Ελλάδα μπορεί να στοιχειοθετήσει νομικά ότι οι διαφορές με τη Γερμανία μπορούν να εξεταστούν από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης αρκεί να προηγηθεί άρνηση της γερμανικής πλευράς να διαπραγματευτεί τη ρύθμιση των ελληνικών απαιτήσεων μετά από νεώτερη επίσημη ανακίνηση του ζητήματος από την ελληνική πλευρά.

Στη σελίδα 94 του Πορίσματος, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους επισημαίνει ότι προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης έχει να αντιμετωπίσει τους εξής περιορισμούς:
  1. Η προς επίλυση διαφορά πρέπει να αφορά γεγονότα και καταστάσεις που έχουν λάβει χώρα πριν την 1.05.2008 
  2. Η προς επίλυση διαφορά δεν μπορεί να θέτει ζήτημα που άπτεται της ερμηνείας ή της εφαρμογής της Συμφωνίας του Λονδίνου. 
  3. Η προς επίλυση διαφορά θα πρέπει να συνδέεται με παραβίαση ή άλλο ζήτημα του δημοσίου διεθνούς δικαίου

Η Έκθεση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους

Το Απόρρητο Πόρισμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που αποκαλύπτει το CNN Greece, βρίσκεται ήδη στα χέρια των αρμόδιων υπουργείων προκειμένου να αξιοποιηθεί. Στα ίδια χέρια βρίσκεται και η Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους για τον “Προσδιορισμό Αξιώσεων από τις Γερμανικές Επανορθώσεις και το Κατοχικό Δάνειο” η οποία εκτιμά τις συνολικές απαιτήσεις στο ιλιγγιώδες ποσό των 341 δις ευρώ. Σε αυτό συμπεριλαμβάνονται απαιτήσεις από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ύψος 9 δις, το κατοχικό δάνειο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ύψους περίπου 10.34 δις ευρώ,αλλά και οι υπόλοιπες αξιώσεις από τον ίδιο πόλεμο που φτάνουν, πάντα σύμφωνα με την έκθεση του ΓΛΚ, στα 341.203 δις.

Η Ομάδα Εργασίας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, συγκροτήθηκε μετά την πρώτη Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Μάρτιος 2013), προκειμένου να προβεί σε “ειδική νομική μελέτη, επεξεργασία και τεκμηρίωση της υπόθεσης των Γερμανικών Αποζημιώσεων (κατοχικό δάνειο, πολεμικές επανορθώσεις και ατομικές αποζημιώσεις)”, αλλά και να υποβάλει πόρισμα για “την πορεία και τον αποτελεσματικότερο και επωφελέστερο για τα συμφέροντα της Χώρας νομικό χειρισμό”.

Στο πόρισμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους εξετάζεται ενδελεχώς, τόσο το ιστορικό της υπόθεσης όσο και το θεσμικό πλαίσιο των Διεθνών Συμβάσεων πάνω στις οποίες εδράζεται το ζήτημα των ελληνικών αξιώσεων. Σημαντικότερες εξ αυτών η Συμφωνία του Λονδίνου του 1953 “Περί Εξωτερικών Γερμανικών Χρεών” η οποία προβλέπει το διακανονισμό των γερμανικών εξωτερικών χρεών αλλά και η Συνθήκη της Μόσχας του 1990 (Συνθήκη 2+4) για τον Οριστικό Διακανονισμό σε σχέση με τη Γερμανία στην οποία δεν μετέχει η Ελλάδα και υπογράφεται μόνο μεταξύ της ενωμένης, πλέον, Γερμανίας και των τεσσάρων δυνάμεων κατοχής (ΗΠΑ, Σοβιετική Ένωση, Ηνωμένο Βασίλειο και Γαλλία). (Παράγραφοι Πορίσματος 12-15)

Επιπλέον, το Πόρισμα εξετάζει και τις διμερείς Συμβάσεις μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας . Πρόκειται γα τη Σύμβαση της Βόννης του 1960, τη Σύμβαση της Βόννης του 1961 και τη Συμφωνία της Αθήνας του 1974. Οι τρεις αυτές διμερείς συμφωνίες καθορίζουν τον διακανονισμό των ελληνικών αξιώσεων και περιλαμβάνουν την αποζημίωση οικείων των φονευθέντων από το ναζιστικό καθεστώς, την αποζημίωση για αφαιρεθέντα καπνά κατά την διάρκεια της γερμανικής κατοχής και τις αποζημιώσεις για αποφάσεις που εκδόθηκαν υπέρ Ελλήνων υπηκόων, που υπέστησαν ζημιές, κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου. Το συνολικό ποσό, όπως προκύπτει από τις τρεις αυτές Συμβάσεις, πλησιάζει τα 52 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα.


Πού στηρίζεται η γερμανική άρνηση 

Τελευταία φορά που η Ελλάδα προέβη σε διπλωματική κίνηση διεκδίκησης ήταν τον Νοέμβριο του 1995 με τη ρηματική διακοίνωση του πρεσβευτή της Ελλάδας στη Βόννη, κ. Μπουρλογιάννη – Τσαγγαρίδη, με την οποία ζητούσε την έναρξη διμερών συνομιλιών προκειμένου να ρυθμιστούν τα εκκρεμή ζητήματα του κατοχικού δανείου και των πολεμικών αποζημιώσεων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στη ρηματική διακοίνωση η γερμανική πλευρά απάντησε αρνητικά με ένα απλό ανακοινωθέν.

Σύμφωνα με το Πόρισμα, η αρνητική στάση των γερμανικών αρχών στηρίζεται στην άποψη ότι “η Συνθήκη της Μόσχας δεσμεύει και την Ελλάδα και στην εκ τούτου συνέπεια ότι, εφόσον η Συνθήκη αυτή σιωπά ως προς τις επανορθώσεις, η σιωπή αυτή ισοδυναμεί με την οριστική του επίλυση, άποψη σύμφωνη με τη γερμανική θεωρία και νομολογία”.

Το συγκεκριμένο θέμα φαίνεται να απασχολεί τους νομικούς κύκλους. Το ζήτημα που ανακύπτει είναι αν από τη “Συνθήκη 2+4” προκύπτει νομική επίπτωση σε κράτη που δεν την υπέγραψαν, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.

Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, όπως αναφέρει στις σελίδες 65-70 του πορίσματός του, θεωρεί “εσφαλμένη” την άποψη αυτή καθώς θεωρεί ότι “σύμφωνα με τους Κανόνες του Δημόσιου Διεθνούς Δικαίου οι τέσσερις Μεγάλες Δυνάμεις που συμμετείχαν σε αυτήν δεν μπορούν να δεσμεύουν τα κράτη που έχουν απαιτήσεις εναντίον της Γερμανίας”. Καταλήγει, έτσι, στο συμπέρασμα ότι η Συμφωνία του Λονδίνου του 1953 εξακολουθεί να δεσμεύει τη Γερμανία και ως εκ τούτου, οι απαιτήσεις της Ελλάδας παραμένουν “ισχυρές και σε εκκρεμότητα”.


Τι θα κάνει η κυβέρνηση;

Το Πόρισμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους όπως και αυτό του Γενικού Λογιστηρίου βρίσκεται εδώ και καιρό στα χέρια των αρμοδίων. Όπως γίνεται, όμως αντιληπτό, η διεκδίκηση των ελληνικών αξιώσεων από τη Γερμανία δεν είναι έχει μόνο νομική πτυχή. Είναι ένα κυρίως πολιτικό ζήτημα και ο χειρισμός του προϋποθέτει μελετημένες και προσεχτικές κινήσεις στην πολιτική σκακιέρα.

Στο πολιτικό επίπεδο έχει πρόσφατα καταγραφεί μία εξέλιξη της οποίας απομένει να αποδειχθεί η κρισιμότητά της. Το Ευρωκοινοβούλιο έκανε αποδεκτή την Αναφορά της Πανελλήνιας Ένωσης Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης και Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ) για τις γερμανικές αποζημιώσεις. Αυτό σημαίνει ότι η Γερμανία καλείται ενώπιον της Επιτροπή Αναφορών του Ευρωκοινοβουλίου προκειμένου να εκθέσει τις θέσεις της σχετικά με τα ζητήματα που αφορούν τις πολεμικές επανορθώσεις, το κατοχικό δάνειο, τις αποζημιώσεις συγγενών θυμάτων του Διστόμου και τις αποζημιώσεις συγγενών θυμάτων που δολοφονήθηκαν στο Άουσβιτς και στο Νταχάου αλλά και την επιστροφή των λεηλατηθέντων από τους ναζί αρχαιολογικών θησαυρών.

Πάντως, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, μόλις τον περασμένο Σεπτέμβριο, μιλώντας σε προεκλογική συγκέντρωση στα Ανώγεια της Κρήτης, δεσμεύτηκε ότι η Ελλάδα θα διεκδικήσει όσα δικαιούται.

Από τό Left.gr


Ο πόλεμος του '40 - '41 με την πένα των Ελλήνων σκιτσογράφων



Η στρατιωτική εισβολή της φασιστικής Ιταλίας εναντίον της Ελλάδας, σχεδόν ταυτόχρονα με την απόρριψη του ιταλικού τελεσιγράφου από τον δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά τα ξημερώματα της 28/10/1940, προκάλεσε μια άνευ προηγουμένου συσπείρωση του ελληνικού λαού, έναν πρωτοφανή πατριωτικό ξεσηκωμό.

Ο πατριωτικός ενθουσιασμός, ο οποίος γιγαντώθηκε μετά τις πρώτες στρατιωτικές νίκες, κατέκλυσε τις σελίδες των εφημερίδων, τις συχνότητες των ραδιοφώνων και τις θεατρικές επιθεωρήσεις. Το χιούμορ, η γελοιοποίηση και ο εξευτελισμός του εχθρού υπήρξαν τα πλέον ισχυρά όπλα του ψυχολογικού πολέμου, που έλαβε χώρα στα μετόπισθεν της πολεμικής αναμέτρησης των αλβανικών βουνών.

Στην κατεύθυνση αυτή, της περιπαικτικής διάθεσης του ελληνικού λαού απέναντι στην ιταλική επίθεση που δέχτηκε η χώρα στις 28 Οκτωβρίου 1940, κινήθηκε από την πρώτη στιγμή η επίσημη ελληνική προπαγάνδα. Από όλα τα είδη προπαγάνδας που επιστρατεύτηκαν, εξαιρετικά αποτελεσματική αποδείχθηκε η τέχνη της γελοιογραφίας.

Πρόκειται για ένα είδος το οποίο στην Ελλάδα είχε ήδη γνωρίσει μεγάλη άνθηση, ήδη από τον 19ο αιώνα και αυτό, για τους εξής λόγους:

α. Εξαιτίας της λαϊκότητάς του, δηλαδή της δυνατότητας να επικοινωνεί με το κοινό με άμεσο τρόπο.

β. Στην πρόσληψη του μηνύματος δεν απαιτείται καν δυνατότητα ανάγνωσης και μπορεί να απευθύνεται σε αναλφάβητους.

γ. Τέλος, σε σχέση με άλλα δημοσιογραφικά είδη, το σκίτσο συχνότερα στοχεύει στο θυμικό και σπανιότερα στη λογική.

Η 28η Οκτωβρίου υπήρξε ο καταλύτης για την αναγέννηση της ελληνικής πολιτικής γελοιογραφίας, η οποία είχε περιπέσει σε λήθη μετά την επιβολή λογοκρισίας από την δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936. Οι σκιτσογράφοι των αθηναϊκών εφημερίδων έβγαλαν στην κυριολεξία το άχτι τους κατά του Ντούτσε και του ιταλικού φασισμού, χτυπώντας παράλληλα με έμμεσο τρόπο και τον εγχώριο, για τον οποίο η μεταξική λογοκρισία απαγόρευε κάθε κριτική.

Σπουδαία ονόματα σκιτσογράφων που μεταπολεμικά κοσμούσαν τις ελληνικές προδικτατορικές εφημερίδες, όπως του Φ. Δημητριάδη, του Ν. Καστανάκη, του Στ. Πολενάκη, του Π. Παυλίδη και άλλων, συνδέθηκαν άμεσα με τις αρχικές τους εμπνεύσεις κατά τη διάρκεια του αλβανικού έπους. Οι σκιτσογράφοι αυτοί, μαζί με άλλους, δημιούργησαν εξαιρετικής έμπνευσης γελοιογραφίες για τον πρόσθετο λόγο ότι η Ελλάδα τους μήνες εκείνους είχε πετύχει κάτι, το οποίο δε μπορεί παρά να χαρακτηριστεί ως «ελληνικό θαύμα».


Οι γελοιογραφίες που δημοσιεύονταν στον ελληνικό Τύπο καθ’ όλη τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου δεν έπαψαν στιγμή να εξυμνούν τις νίκες του ελληνικού στρατού στην Αλβανία γελοιοποιώντας με κάθε ευκαιρία τους «κοκορόφτερους» του Μουσολίνι και τη νεορωμαϊκή φασιστική μεγαλομανία του.



Το ότι επιβίωσαν στη συλλογική μνήμη αποδεικνύει ακριβώς ότι αποτύπωσαν με μαζικό τρόπο την ψυχολογία ενός ολόκληρου λαού. Δεν είναι τυχαίο που η πρώτη εικόνα που έρχεται υποσυνείδητα στο νου της πλειονότητας του ελληνικού λαού, όταν ακούει το όνομα «Μουσολίνι», είναι η γελοιοποιημένη αναπαράσταση του Ιταλού Ντούτσε από την πένα των Ελλήνων σκιτσογράφων της εποχής…



Ξημερώματα 28ης Οκτωβρίου 1940. Ο Ιωάννης Μεταξάς δέχεται μια ξαφνική επίσκεψη στο σπίτι του στην Κηφισιά. Ο μεταμεσονύχτιος «επισκέπτης» είναι ο πρέσβης της Ιταλίας, Εμανουέλε Γκράτσι, ο οποίος επιδίδει στον Έλληνα δικτάτορα ένα χαρτί. Πρόκειται για το τελεσίγραφο του υπ. Εξ. της Ιταλίας κόμη Γκαλεάτσο Τσιάνο, σύμφωνα με το οποίο η γειτονική χώρα απαιτεί από την Ελλάδα την παραχώρηση αεροδρομίων και λιμανιών, καθώς και της εδαφικής της κυριαρχίας. Ο Μεταξάς, δέσμιος της βρετανικής πολιτικής, απορρίπτει το ιταλικό τελεσίγραφο με τη γαλλική φράση “Alors, c’ est la guerre” («Λοιπόν, αυτό σημαίνει πόλεμο»), ταυτιζόμενος για πρώτη και μοναδική φορά στη ζωή του με τον ελληνικό λαό.

Το ελληνικό «ΟΧΙ» στις φασιστικές αξιώσεις για παραχώρηση «γης και ύδατος» θα πραγματωθεί ήδη από τις πρώτες πρωινές ώρες, όταν δεκάδες χιλιάδες φαντάροι απ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της επικράτειας αρχίζουν να σπεύδουν σε απόκρουση των Ιταλών εισβολέων.

Οι Ιταλοί έχουν και αυτοί ξεκινήσει να προελαύνουν σε ελληνικά εδάφη, σχεδόν παράλληλα με την επίδοση του πολεμικού τελεσιγράφου.

Ο Φωκίων Δημητριάδης σαρκάζει την ιταλική επίθεση με το «τραγούδι του Ιταλού αεροπόρου», ο οποίος απεικονίζεται στο παρακάτω σκίτσο να τραγουδάει:
«Θαρθώ μια νύχτα με φεγγάρι να σε γκρεμίσω…» 


Το αναμενόμενο ξέσπασμα του «πολέμου - αστραπή» που προετοίμαζε επί μήνες ο Μπενίτο Μουσολίνι κατά της Ελλάδας είναι γεγονός. Η επιλογή της ημερομηνίας καθόλου τυχαία: στις 28/10/1940 συμπληρώνονταν 17 χρόνια από την «πορεία προς τη Ρώμη» με την οποία το 1923 είχε εγκαθιδρυθεί το φασιστικό καθεστώς. Η εντός ολίγων ημερών κατάληψη της Ελλάδας ήταν ζήτημα γοήτρου για τον αμετροεπή Ντούτσε, ο οποίος ήθελε να στείλει ένα μήνυμα στους συμμάχους του Γερμανούς: ότι είναι και αυτός ισάξιος και ισότιμος κατακτητής με τον Φύρερ, διόλου ευκαταφρόνητος.


Εδώ, ο Χέρμαν Γκέρινγκ κρατάει την υδρόγειο σφαίρα, στην οποία ο «βαφεύς» Αδόλφος Χίτλερ σχεδιάζει το σύμβολο της σβάστικας. Σαφής αναφορά στην (αποτυχημένη) καλλιτεχνική διαδρομή του «φύρερ» κατά τα νεανικά του χρόνια.



Η νικηφόρα πορεία των σιδηρόφρακτων στρατιών του ναζιστικού Ράιχ που εκπλήρωναν το όνειρο του Αδόλφου Χίτλερ για μια ευρωπαϊκή «Νέα Τάξη», είχε θίξει τη μεγαλομανία του Μουσολίνι, ο οποίος από τον Ιούνιο του 1940 είχε εισέλθει στην πολεμική σύρραξη επιδιώκοντας αυτοκρατορικά οφέλη. Στο παρακάτω σκίτσο, ο Ντούτσε ως «Ψευδοναπολέων»:

Ανώνυμου (Ακρόπολις, 30/10/1940)



Λίγους μήνες πριν την επίθεση στην Ελλάδα, ο Μπενίτο Μουσολίνι, έχοντας ως πρότυπο τις κατακτήσεις του Αδόλφου Χίτλερ, θέλησε να αποδείξει στο Βερολίνο ότι μπορεί και ο ίδιος να οδηγήσει την Ιταλία σε ανάλογες στρατιωτικές επιτυχίες. Η Ιταλία είχε ήδη κατακτήσει την Αλβανία από την άνοιξη του 1939, καθώς και πολλές βρετανικές βάσεις στην Αφρική, όπως τη Σομαλιλάνδη, το καλοκαίρι του 1940, αλλά αυτές δεν ήταν επιτυχίες ανάλογες αυτών της ναζιστικής Γερμανίας.


Φωκίων Δημητριάδης (Ελεύθερον Βήμα, 2/11/1940)



Η πρώτη επίθεση και η απόκρουση (28 Οκτωβρίου - 9 Νοεμβρίου 1940)
 
Ο Μουσολίνι και οι στρατηγοί του θεώρησαν ότι η κατάκτηση της Ελλάδας θα ήταν κάτι σαν εκδρομή. Η ιταλική προπαγάνδα μετέδιδε από τις πρώτες κιόλας ώρες ειδήσεις υπερβολικής αυτοπεποίθησης:

Του Ν. Γκεϊβέλη



Αρχικά οι Ιταλοί δεν περίμεναν τη σύμπτυξη των ελληνικών τμημάτων προκάλυψης στη γραμμή των συνόρων. Τα οποία μάλιστα κατέλαβαν σε χρόνο d/t νέες θέσεις άμυνας στα μετόπισθεν, στα πλαίσια του επιβραδυντικού αγώνα.


Ανωνύμου (Ελληνικόν Μέλλον, 31/10/1940)



Κατά δεύτερον, οι ιταλικές μεραρχίες, κινούμενες προς την περιοχή του Καλπακίου, συνάντησαν σημαντικές δυσκολίες στην προώθησή τους λόγω των καταστροφών στο οδικό δίκτυο και στις γέφυρες από τις συνεχείς βροχοπτώσεις που είχαν μετατρέψει τις ημιονικές οδούς σε βούρκο και τα ρυάκια σε ορμητικούς χειμάρρους. Ο Μουσολίνι δέχθηκε την «πρώτη ψυχρολουσία»:

Η ΠΡΩΤΗ ΨΥΧΡΟΛΟΥΣΙΑ Του Ε. Τερζόπουλου



Η κατάσταση στα ελληνικά τμήματα δεν ήταν καθόλου ρόδινη, καθώς από τη νύχτα της 28ης Οκτωβρίου είχαν να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο ολοσχερούς διαχωρισμού από την διείσδυση των 11.000 ανδρών της Μεραρχίας Αλπινιστών «Τζούλια» στην Πίνδο με κατεύθυνση το Μέτσοβο.

Η μικρή ελληνική αεροπορία, παρά τα πλήγματα που είχε δεχτεί από την κακή εφαρμογή του μεγαλεπήβολου προγράμματος ανασυγκρότησης του μεταξικού καθεστώτος, έπαιξε σημαντικό ρόλο τα πρώτα 24ωρα του πολέμου, ορθώνοντας το ανάστημά της απέναντι στην άρτια εξοπλισμένη Regia Aeronautica.

ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΣΤΟΥΚΑΣ Του Π. Παυλίδη



Η σύμπτυξη των ελληνικών τμημάτων προκάλυψης ολοκληρώθηκε τη νύχτα της 29ης προς 30η Οκτωβρίου. Την 31η Οκτωβρίου, το ιταλικό Γενικό Επιτελείο ανακοίνωνε ότι: «οι μονάδες μας συνεχίζουν να προελαύνουν στην Ήπειρο και έφτασαν στον ποταμό Καλαμά, σε πολλά σημεία. Αντίξοες καιρικές συνθήκες και ενέργειες των υποχωρούντων εχθρών δεν επιβραδύνουν την προέλαση των δυνάμεών μας». Στην πραγματικότητα συνέβαινε το ακριβώς αντίθετο.


Tου Ν. Καστανάκη (Έθνος, 2/11/1940)



Την ίδια κιόλας ημέρα (31 Οκτωβρίου), βοηθούντος και του καιρού, εκδηλώθηκε η πρώτη αντεπίθεση των Ελλήνων, η οποία σημείωσε μικρή επιτυχία.


Του Φωκίωνος Δημητριάδη



Από την επομένη (1 Νοεμβρίου) το ιταλικό Γενικό Επιτελείο έδινε προτεραιότητα στο μέτωπο της Αλβανίας έναντι αυτού της Αφρικής. Οι επανειλημμένες προσπάθειες των Ιταλών να διασπαστεί η κύρια αμυντική τοποθεσία από τις 2 μέχρι τις 9 Νοεμβρίου συνετρίβησαν από τις δυνάμεις της 8ης Μεραρχίας.


-Ντοῦτσε, αὐτοὶ μᾶς χτυποῦν!
-Ἄ, τοὺς βαρβάρους...!
Του Φωκίωνος Δημητριάδη, από το Ελεύθερον Βήμα της 3/11/1940



Το νεο-ρωμαϊκό ιδεολόγημα του “Mare Nostrum” («Ημετέρα Θάλασσα») του Μουσολίνι είχε υποστεί τον πρώτο του κλονισμό.


Του Ν. Καστανάκη



Στο σκίτσο του Π. Παυλίδη ο Ντούτσε, αντί της λεκάνης της Μεσογείου, λαμβάνει μια λεκάνη… μακαρόνια!


Π. Παυλίδης (Ασύρματος, 4/11/1940)



Κάθε ιταλικό ανακοινωθέν εμπνέει κι από μία γελοιογραφία. Η επιτυχής άμυνα έναντι των ιταλικών επιθέσεων προκαλεί στους σκιτσογράφους μια συγκρατημένη ευφορία με μια δόση ειρωνείας.

Ἰταλικόν ἀνακοινωθέν: «...Οἱ Ἕλληνες ἔχουν φράξη τὰς ὁδοὺς μὲ πελωρίους βράχους...»
Του Ν. Καστανάκη, από το Έθνος της 6/11/1940


Η ελληνική αντεπίθεση ( 9 Νοεμβρίου 1940 - Ιανουάριος 1941 ) 
 
Στις 9 Νοεμβρίου οι επιθέσεις διακόπηκαν και οι ιταλικές δυνάμεις στην Ήπειρο υποχώρησαν και έλαβαν θέσεις άμυνας, απειλούμενες από την αντεπίθεση των ελληνικών δυνάμεων από την περιοχή της Πίνδου. Δεν υπάρχει πιο εύστοχο σκίτσο για να περιγράψει αυτή την εξέλιξη, από τούτο εδώ:


Ν. Καστανάκης (Έθνος, 10/11/1940)


Οι μουσολινικοί βερμπαλισμοί και οι επιδείξεις φασιστικής πυγμής καταρρέουν με κρότο, μπροστά στα ίδια τα γεγονότα.


Του Μπέζου



Η ολοκληρωτική υποχώρηση των ιταλικών στρατευμάτων από τα ελληνικά εδάφη είναι μια αναντίστρεπτη πραγματικότητα.

Του Μπέζου



Οι ιταλικές μεραρχίες που αρχικά είχαν επιτεθεί έχουν πλέον βγει εκτός μάχης. Οι στρατηγοί τους επωμίζονται προσωπικά το βάρος της ήττας:


Του Φωκίωνα Δημητριάδη



Η απροσδόκητη ελληνική αντεπίθεση κατέλαβε εξαπίνης το ιταλικό Γενικό Επιτελείο, το οποίο περίμενε ένα «στρατιωτικό πικ-νικ». Αρκετές μονάδες στάλθηκαν εσπευσμένα στην Αλβανία, ενώ τα αρχικά σχέδια για επικουρικές επιθέσεις σε ελληνικά νησιά ματαιώθηκαν. Εξοργισμένος από την αποτελμάτωση της επιχείρησης, ο Μουσολίνι στις 9 Νοεμβρίου ανασχημάτισε τη Διοίκηση Αλβανίας, αντικαθιστώντας τον Πράσκα με τον Ουμπάλντο Σόντου (Ubaldo Soddu), τέως υφυπουργό Πολέμου.

Εδώ, οι τρεις (παρ)ηττημένοι στρατηγοί Πράσκα, Μπαντόλιο και Ντε Βέκκι, προεξοφλούν την ήττα του «καινούργιου»…


Του Α. Βλασσόπουλου



Μέχρι τις 13 Νοεμβρίου οι ελληνικές δυνάμεις είχαν ανακαταλάβει τις συνοριακές διαβάσεις της Πίνδου, με εξαίρεση την περιοχή της Κόνιτσας, που κατείχε η μεραρχία Μπάρι μέχρι την 16η Νοεμβρίου. Κάπως έτσι τελείωσε η «Μάχη της Πίνδου»:


Ανωνύμου (Έθνος, 13/11/1940)



Η ελληνική αντεπίθεση προκαλεί μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα τη φθορά του γοήτρου της ιταλικής αυτοκρατορίας:

Η ΔΑΜΟΚΛΕΙΟΣ ΣΠΑΘΗ! Του Ν. Καστανάκη



Είναι φανερό πια: η φασιστική ηγεσία έχει χάσει το ηθικό της.

Του Σταμάτη Πολενάκη Εντωμεταξύ, οι σκιτσογράφοι μας βάζουν τα μολύβια και τις πένες στην τσέπη και παίρνουν τα όπλα. Ο πόλεμος τώρα συνεχίζεται σε πραγματικές συνθήκες και όχι μόνο στο λευκό χαρτί.
- See more at: http://left.gr/news/o-polemos-toy-40-41-me-tin-pena-ton-ellinon-skitsografon#sthash.CdZWU7vC.dpuf
Του Σταμάτη Πολενάκη



Εν τω μεταξύ, οι σκιτσογράφοι μας βάζουν τα μολύβια και τις πένες στην τσέπη και παίρνουν τα όπλα. Ο πόλεμος τώρα συνεχίζεται σε πραγματικές συνθήκες και όχι μόνο στο λευκό χαρτί.

Του Μπέζου



Ο νέος διοικητής, Ουμπάλντο Σόντου, αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, διέταξε τις δυνάμεις του να διακόψουν κάθε επιθετική ενέργεια και να λάβουν θέσεις άμυνας. Ήταν πλέον ξεκάθαρο ότι η ιταλική εισβολή είχε αποτύχει.

Στις 14 Νοεμβρίου, το Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας και το Γ' Σώμα Στρατού (10η και 11η Μεραρχία Πεζικού και Ταξιαρχία Ιππικού) υπό τον αντιστράτηγο Γεώργιο Τσολάκογλου, ενισχυμένα με μονάδες από ολόκληρη τη Βόρειο Ελλάδα, εξαπέλυσαν επίθεση στις 14 Νοεμβρίου, με κατεύθυνση την Κορυτσά.

Μετά από σκληρή μάχη στην οχυρωμένη μεθόριο, οι Έλληνες τη διέσπασαν στις 17 Νοεμβρίου και μπήκαν στην Κορυτσά στις 22.

Ανωνύμου (Ασύρματος, 23/11/1940)



Λόγω της αναποφασιστικότητας του ελληνικού Γενικού Επιτελείου, οι Ιταλοί βρήκαν χρόνο να αναδιοργανωθούν και να μην καταρρεύσουν τελείως παρόλο που στο στράτευμά τους είχε ήδη ξεσπάσει κρίση με παραιτήσεις υψηλόβαθμων στρατιωτικών.

Του Μπέζου 


Του Φ. Δημητριάδη



Στο μεταξύ, ο στρατηγός Σοντού αντικαταστάθηκε στα μέσα Δεκεμβρίου από τον Ούγκο Καβαλλέρο (Ugo Cavallero).

Στο σκίτσο, τυχόν διαταγή εκ μέρους του Καβαλλέρο για επίθεση, ισοδυναμεί με πράξη αυτοκτονίας!

-Γιατί μᾶς μεταλαμβάνουν, συνάδελφε;
-Γιατί ὁ καμπαλέρο διέταξεν ἀντεπίθεσι.
Του Μιχάλη Γάλλια



Η επίθεση από τη Δυτική Μακεδονία συνδυάστηκε με γενική επίθεση σε ολόκληρο το μήκος του Μετώπου. Το Α' και Β' Σώμα Στρατού προέλασαν στην Ήπειρο, και μετά από σκληρή μάχη κατόρθωσαν να καταλάβουν τους Αγίους Σαράντα, το Πόγραδετς και το Αργυρόκαστρο ως τις αρχές Δεκεμβρίου και τη Χειμάρρα την παραμονή των Χριστουγέννων. Είχε καταληφθεί ουσιαστικά ολόκληρη η νότια Αλβανία με την ισχυρή ελληνική πληθυσμιακή παρουσία.

Στις 10 Ιανουαρίου 1941, πριν την έλευση της βαρυχειμωνιάς, καταλήφθηκε και το στρατηγικής σημασίας οχυρωμένο πέρασμα της Κλεισούρας.


Του Φωκίωνα Δημητριάδη



Όμως οι Έλληνες δεν κατόρθωσαν να προωθηθούν προς το Βεράτιο, ενώ απέτυχε και η επίθεσή τους προς την Αυλώνα. Στη μάχη για την Αυλώνα, οι Ιταλικές μεραρχίες «Λύκοι της Τοσκάνης», «Τζούλια», «Πινερόλο» και «Πουστέρια» υπέστησαν μεγάλες απώλειες…



…αλλά στα τέλη Ιανουαρίου η ελληνική προέλαση σταμάτησε. Οι Έλληνες σταμάτησαν λόγω αριθμητικής υπεροχής, πλέον, των Ιταλών, και λόγω της απομάκρυνσής τους από τα κέντρα ανεφοδιασμού.

Τα γεγονότα μετά τον αιφνίδιο θάνατο του Μεταξά (29 Ιανουαρίου 1941) εξελίσσονται ραγδαία. Οι όποιες προσπάθειες αμοιβαίας συνθηκολόγησης Ελλάδας - Ιταλίας πέφτουν στο κενό. Στις 9 Μαρτίου θα ξεκινήσει η ιταλική «εαρινή επίθεση», ενώ το ελληνικό μέτωπο θα δεχτεί βαρύ πλήγμα από την ταυτόχρονη εισβολή της Βέρμαχτ στις 6 Απριλίου. Μετά από τριήμερη μάχη στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, τα ελληνικά στρατεύματα θα αρχίσουν να υποχωρούν προς νότο. Μια κατάμαυρη σελίδα τριών και πλέον χρόνων τριπλής (γερμανικής-ιταλικής-βουλγαρικής) κατοχής θα ξεκινήσει να γράφεται για τη νεότερη ελληνική ιστορία. Μια σελίδα όμως που φέρει επίσης με χρυσά γράμματα την εποποιΐα της εθνικής αντιφασιστικής αντίστασης.


Επίλογος

Η σημασία του Ελληνοϊταλικού πολέμου, τον οποίο αναψηλαφήσαμε εδώ μέσα από τις γελοιογραφίες του ελληνικού τύπου, αν και υπερτιμημένη από τους Έλληνες ιστορικούς, δεν παύει να είναι σημαντική για τη μετέπειτα εξέλιξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές της περιόδου, η γερμανική επέμβαση στα Βαλκάνια, που προέκυψε εξαιτίας της αποτυχίας της Ιταλίας, ανάγκασε τον Χίτλερ να καθυστερήσει για δύο περίπου μήνες την επιχείρηση «Μπαρμπαρόσσα», δηλαδή τη γερμανική επίθεση εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης.

Το χρονικό αυτό διάστημα κρίθηκε κάτι παραπάνω από καθοριστικό: ο βαρύς χειμώνας που ακολούθησε υποχρέωσε τη Βέρμαχτ να καθηλωθεί λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Μόσχα χωρίς να προλάβει να ολοκληρώσει την κατάκτηση της ΕΣΣΔ.

Το Στάλινγκραντ και η σοβιετική αντεπίθεση, σε συνδυασμό με την εμπλοκή των ΗΠΑ στην πολεμική σύρραξη, θα δώσουν μια για πάντα τη χαριστική βολή στα σχέδια του «χιλιόχρονου Ράιχ» και των συμμάχων του…


Ανωνύμου, από τη «Νίκη» του Δεκεμβρίου 1940


Βασική πηγή απ' όπου αντλήθηκε η πλειονότητα των σκίτσων: Κορόιδο Μουσολίνι. Ανθολόγιο Αντιφασιστικής Γελοιογραφίας, Ε-Ιστορικά, Αθήνα 2009.


Τού Γιάννη Αντωνόπουλου από τό  Left.gr
* Ο Γιάννης Αντωνόπουλος είναι ιστορικός και σκιτσογράφος




Η Πάτρα του Πολέμου μέσα από τα μάτια ενός παιδιού της κατοχής - Το «μαύρο» ξημέρωμα της πόλης


Ο Παναγιώτης Γεωργόπουλος ήταν μαθητής της τετάρτης δημοτικού όταν βομβαρδίστηκε η Πάτρα, το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 1940.

Το σχολείο του βρισκόταν πολύ κοντά στο σημείο όπου έπεσαν βόμβες από τα ιταλικά αεροπλάνα και παρά το μικρό της ηλικίας του, οι πρώτες ώρες του βομβαρδισμού έχουν αποτυπωθεί στη μνήμη του σαν κινηματογραφική ταινία.

Αυτές τις στιγμές περιγραφεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, όπως και τα όσα διαδραματίστηκαν πριν από 75 χρόνια στη βομβαρδισμένη πόλη. Ο Παναγιώτης Γεωργόπουλος είχε το θάρρος, όχι μόνο να βρεθεί στο σημείο που έπεσε μία από τις βόμβες, αλλά και να περπατήσει μόνος του μέσα στην πόλη, μέχρι να επιστρέψει στο σπίτι του. Άλλωστε, η σύλληψη του πατέρα του από την αστυνομία, λόγω των δημοκρατικών πεποιθήσεών του, μία εβδομάδα πριν ξεσπάσει ο πόλεμος, αλλά και η έρευνα που έκαναν οι αστυνομικοί στη σχολική τσάντα του, άρχισαν να χαράσσουν βαθιά στη μνήμη του όσα ξεκινούσαν να διαδραματίζονται.


Επίσης, ο Παναγιώτης μιλά και για την κοινότητα των Ιταλοπατρινών, που τότε έφθαναν περίπου τους 10.000. Η Πάτρα ήταν η πρώτη πόλη που βομβάρδισε η ιταλική αεροπορία λίγες ώρες αφότου ξέσπασε ο πόλεμος και ο ίδιος θυμάται: «Στις 8 το πρωί ξεκίνησα από το σπίτι μου, που τότε βρισκόταν στην οδό Παπαρρηγοπούλου, στο κέντρο της πόλης, για να πάω με τα πόδια στο σχολείο μου το "Στρούμπειο" δημοτικό, που βρισκόταν στη διασταύρωση των οδών Μαιζώνος και Σατωβριάνδου. Φθάνοντας στην πλατεία Όλγας, σταμάτησα στο περίπτερο του Τσακανίκα, που βρισκόταν στη διασταύρωση των οδών Ρήγα Φεραίου και Κολοκοτρώνη. Εκεί συζητούσαν κάποιοι άνδρες γύρω από το περίπτερο και άκουσα τη λέξη "πόλεμος". Συνέχισα τη διαδρομή μου για το σχολείο και πριν μπούμε στις αίθουσες, την ώρα δηλαδή της προσευχής, μας έβγαλε λόγο μία δασκάλα. Θυμάμαι και το όνομά της, η κυρία Κλεονίκη. Μας μίλησε για την πατρίδα μας, την ελευθερία, για τον πόλεμο που είχε κηρυχθεί, αλλά και για αγώνες. Όμως, εμείς δεν ξέραμε τι πάει να πει πόλεμος, δεν τα ξέραμε αυτά, δεν τα καταλαβαίναμε. Στο πρώτο διάλειμμα, λίγο μετά τις 9 το πρωί, θυμάμαι την πρώτη εικόνα. Εκεί είδα σε μία γωνία του προαυλίου τον συμμαθητή μου τον Λορέντζο, που ήταν Ιταλοπατρινός, να τον έχουν στριμώξει κάποια παιδιά και να τον βρίζουν, χωρίς όμως να τον προπηλακίζουν. Μόλις πήγα να τον πλησιάσω, γιατί πάντα τον έβλεπα με καλή διάθεση, ακούσαμε έναν βόμβο να έρχεται από τον ουρανό, χωρίς να ξέρουμε τι είναι. Σε λίγο είδαμε να εμφανίζονται πάνω από τα κεφάλια μας αεροπλάνα.

Είχαμε ακούσει για αεροπλάνα, αλλά τα βλέπαμε για πρώτη φορά. Τότε αποσπάστηκε η προσοχή μας από τον Λορέντζο και κοιτούσαμε συνεχώς προς τον ουρανό. Βλέποντας λοιπόν τα αεροπλάνα, διακρίναμε στην ουρά τους έναν σταυρό και πιστέψαμε πως ήταν ελληνικά. Έτσι αρχίσαμε να τα χαιρετάμε, φωνάζοντας ταυτόχρονα "ζήτω". Το βλέμμα μου είχε "κολλήσει" πάνω στα αεροπλάνα, που πετούσαν στο ύψος της ακτογραμμής της Πάτρας. Εκείνη τη στιγμή, βλέπω να πέφτει από ένα αεροπλάνο ένα μαύρο πράγμα και φωνάζω: "Κάποιος πήδηξε από το αεροπλάνο". Δεν πήγε το μυαλό μας ότι ήταν βόμβα, που ξεκίνησε να πέφτει. Τελικά, ήταν η πρώτη βόμβα που έπεσε στην Πάτρα, κοντά στην Αγγλικανική Εκκλησία, στη διασταύρωση των οδών Αγίου Ανδρέου και Σατωβριάνδου. Μέχρι να συνειδητοποιήσουμε τι είχε γίνει, η βόμβα είχε πέσει. Ακούσαμε έναν τρομερό θόρυβο και είδαμε μία μαύρη στήλη καπνού, σαν πίδακας. Ταυτόχρονα, άρχισαν να σπάνε τα τζάμια του σχολείου και να τραυματίζονται παιδιά. Τότε δημιουργήθηκε πανικός και τα περισσότερα παιδιά άρχισαν να κλαίνε. Εγώ, όμως, όχι. Δεν φοβήθηκα, γιατί πίστεψα πως ήταν κανονιά από τα αντιαεροπορικά που είχαμε ακούσει ότι είχαν τοποθετηθεί στον κυματοθραύστη του λιμανιού. Αμέσως μετά πήγα στην αίθουσα, πήρα τη σάκα μου και έφυγα από το σχολείο».




Όμως, δεν πήγε προς το σπίτι, όπως έκαναν τα άλλα παιδιά. Ήθελε να δει από κοντά τι είχε συμβεί: «Αντί, λοιπόν, να πάω στο σπίτι μου, κατέβηκα την οδό Σατωβριάνδου και κατευθύνθηκα προς την Αγγλικανική Εκκλησία για να δω τι είχε γίνει εκεί κάτω, από όπου είχε ακουστεί το μεγάλο μπουμ. Πλησιάζοντας προς την εκκλησία, είδα γκρεμισμένους τοίχους και έναν μεγάλο λάκκο, επί της οδού Αγίου Ανδρέου, από όπου είχε αρχίζει να αναβλύζει νερό, διότι προφανώς είχε χτυπηθεί κάποιος αγωγός ύδρευσης. Ήταν ακριβώς το σημείο όπου είχε πέσει η βόμβα». «Δεν εντυπωσιαζόμουν με αυτά που έβλεπα και αποφάσισα να επιστρέψω στο σπίτι μου» αναφέρει. Τότε ήταν που είδε από κοντά ένα από τα θύματα του βομβαρδισμού. «Προχωρώντας, είδα σε μία γωνία έναν άνθρωπο που έμοιαζε με ζητιάνο. Άλλωστε η Πάτρα τότε ήταν γεμάτη με ζητιάνους. Ο άνθρωπος αυτός καθόταν ακουμπισμένος με την πλάτη στον τοίχο. Πλησιάζοντας προς το μέρος του, είδα πως ήταν ακρωτηριασμένος, μέσα σε μία λίμνη αίματος. Αυτός ήταν ένας από τους "τύπους" της Πάτρας, ο "Γιάννης ο Θεός", όπως τον αποκαλούσαν, γιατί γύριζε μέσα στην πόλη, αγόρευε και έλεγε πως ήταν ο Θεός» προσθέτει.

Ο Παναγιώτης συνέχισε τη διαδρομή του μέσα στη βομβαρδισμένη πόλη και έπειτα από λίγη ώρα έφθασε στο σπίτι του. «Ο πατέρας μου, ο οποίος ήταν δάσκαλος, δεν βρισκόταν στο σπίτι διότι είχε συλληφθεί μία εβδομάδα πριν από την κήρυξη του πολέμου, διότι ήταν αριστερός. Η μητέρα μου, που ήταν και αυτή δασκάλα σε σχολείο στην περιοχή του Ζαβλανίου, όταν έφθασε στο σπίτι, δεν με βρήκε εκεί και πίστεψε πως είχα σκοτωθεί. Όταν, λοιπόν, με είδε να μπαίνω απαθέστατος στο σπίτι, γιατί δεν είχα συνειδητοποιήσει τον κίνδυνο, έπεσε πάνω μου και άρχισε να με φιλάει και να με αγκαλιάζει. Σε λίγη ώρα ήλθε στο σπίτι μας η γυναίκα ενός αξιωματικού της αστυνομίας που έμενε δίπλα μας και είπε στη μητέρα μας να ετοιμάσουμε τα πράγματά μας για να φύγουμε. Τι είχε γίνει. Ο αστυνομικός είχε επιτάξει ένα από τα ελάχιστα αστικά λεωφορεία για να μεταφέρει την οικογένειά του ίδιου, αλλά και τους γείτονες της οδού Παπαρρηγοπούλου, μακριά από το κέντρο της Πάτρας. Μπήκαμε, λοιπόν, στο λεωφορείο, το οποίο άρχισε να διασχίζει το κέντρο της πόλης, με προορισμό κάποια γειτονική κοινότητα. Όταν φθάσαμε στην οδό Γούναρη, λίγο πιο πάνω από το δικαστικό μέγαρο, είδαμε ένα άλλο λεωφορείο, γεμάτο επιβάτες, να καίγεται. Εκείνη τη στιγμή, ο οδηγός του λεωφορείου άρχιζε να φωνάζει και να μας ζητάει να μην ακουμπάμε ότι είναι μεταλλικό. Εκεί είχε πέσει μία ακόμη βόμβα, με αποτέλεσμα να πιάσει φωτιά το λεωφορείο και να πέσουν στο οδόστρωμα τα καλώδια του δικτύου ηλεκτρισμού. Αφού καταφέραμε να περάσουμε, χωρίς να πάθουμε κάτι, συνεχίσαμε προς την περιοχή της Οβρυάς. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής βλέπαμε πάρα πολλούς ανθρώπους να κατευθύνονται πεζοί προς περιοχές εκτός Πατρών για να γλιτώσουν από τους βομβαρδισμούς. Όταν, λοιπόν, φθάσαμε στην Οβρυά, μείναμε στο σπίτι των κουμπάρων μας, όπου εκεί αισθανόμασταν πιο ασφαλείς» επισημαίνει.

Όπως αναφέρει στη συνέχεια, «τα ιταλικά αεροπλάνα βομβάρδισαν πάλι την Πάτρα δύο ακόμη φορές, μέσα στις επόμενες ημέρες, αλλά η πόλη ήταν σχεδόν άδεια, αφού οι περισσότεροι είχαν φύγει». Όμως κάποιοι, σύμφωνα με τον ίδιο, «που αποφάσισαν να επιστρέψουν στα σπίτια τους, για να τα κλειδώσουν και να πάρουν κάποια ρούχα συνάντησαν μόνο γάτες, που περιπλανιόντουσαν στους δρόμους».

Ο Παναγιώτης Γεωργόπουλος θυμάται πως την πρώτη ημέρα του πολέμου έπεσαν πολλές βόμβες στην Πάτρα, αλλά εκείνο που του έκανε εντύπωση είναι ότι βομβαρδίστηκε και η ιταλική συνοικία της πόλης, που βρισκόταν κοντά στην Αγγλικανική Εκκλησία. Μάλιστα, «πάνω από 30 Ιταλοπατρινοί έχασαν εκείνη την ημέρα τη ζωή τους από τους βομβαρδισμούς των ιταλικών αεροπλάνων». Όπως θυμάται, «μία ακόμα βόμβα που έπεσε στην περιοχή της Τριών Ναυάρχων, κτύπησε ένα μηχανουργείο ιδιοκτησίας Ιταλοπατρινών».

«Ήταν τόσες πολλές οι βόμβες που έπεσαν εκεί που έμεναν οι Ιταλοπατρινοί, λες και τα ιταλικά αεροπλάνα είχαν βάλει στο στόχαστρό τους την συγκεκριμένη περιοχή» σημειώνει και συνεχίζει: «Τότε στην Πάτρα των 60.000 κατοίκων, οι 10.000 ήταν Ιταλοπατρινοί και μόλις ξέσπασε ο πόλεμος, η αστυνομία συνέλαβε όσους μπορούσε από αυτούς που μιλούσαν ιταλικά ή ήξεραν πως ήσαν Ιταλοί και τους έκλεισαν στο σημερινό σχολικό συγκρότημα "Τεμπονέρα". Εκεί είχε δημιουργηθεί το πρώτο στρατόπεδο συγκέντρωσης των Ιταλοπατρινών. Ένας από τους στρατιώτες-φρουρούς τού στρατοπέδου ήταν αδελφός του πατέρα μου και μου περιέγραψε, μετέπειτα, πώς ήταν εκεί μέσα η κατάσταση. Πολλοί, λοιπόν, φώναζαν "γιατί μάς πιάσατε, εμείς δεν είμαστε Ιταλοί, είμαστε καθολικοί, αλλά είμαστε Ελληνες, έχουμε διαβατήριο και ταυτότητα ελληνική"». Σε αυτό το σημείο, ο Παναγιώτης Γεωργόπουλος επισημαίνει ότι το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι είχε φτιάξει, προ του πολέμου, στην Πάτρα μία φασιστική ομάδα, το λεγόμενο «Φάτσιο». «Ορισμένοι νεολαίοι φασίστες κατάφεραν να κρυφτούν την πρώτη ημέρα του πολέμου και μάλιστα επιτέθηκαν στην έδρα του 12ου Συντάγματος στην περιοχή των συνόρων, όπου εκεί έγινε μία μικροσυμπλοκή και σκότωσαν με μία χειροβομβίδα έναν Έλληνα δεκανέα. Παράλληλα, τα περισσότερα μέλη του "Φάτσιο" είχαν συγκεντρωθεί σε μία βίλα στην περιοχή που σήμερα είναι το νοσοκομείο "Άγιος Ανδρέας". Όμως εκεί πήγε η αστυνομία και τους συνέλαβε».

«Θέλω να σταθώ και σε ένα ακόμη γεγονός της πρώτης ημέρας του πολέμου», τονίζει: «Εκείνη, λοιπόν, την ημέρα τα δύο σχολεία που φοιτούσαν τα παιδιά των Ιταλοπατρινών ήταν κλειστά. Κάποιοι είχαν πει πως οι Ιταλοί τούς είχαν ειδοποιήσει για τον βομβαρδισμό. Όμως, πρέπει να σας πω, ότι η 28η Οκτωβρίου ήταν ημέρα αργίας για το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι. Οι φασίστες εκείνη την ημέρα εόρταζαν την κάθοδο των φαλαγγών από βορρά προς νότο, οι οποίες στη συνέχεια κατέλαβαν τη Ρώμη. Έτσι, λοιπόν, εκείνη την ημέρα οι μαθητές των ιταλικών σχολείων είχαν πάει εκδρομή στο Χαλίλι, δηλαδή στη σημερινή Αρόη, ενώ στην συνοικία των Ιταλοπατρινών είχε γίνει μακελειό».

Ακόμη, περιγράφει πώς οι Ιταλοί εκτέλεσαν τον πατέρα του, Γιάννη Γεωργόπουλο, αφού γνώριζαν από τα έγγραφα της αστυνομίας πως ήταν αριστερός: «Κατά τη διάρκεια της κατοχής μέναμε σε ένα σπίτι στο Μιντιλόγλι, κοντά στην Πάτρα. Μία μέρα ήλθε ένας Ιταλός καραμπινιέρος και αναζητούσε τον πατέρα μου. Ο πατέρας μου έμαθε ότι τον αναζητούσαν και όταν τον είδε τον Ιταλό τού φώναξε και του είπε ότι αυτός είναι ο Γεωργόπουλος που έψαχνε. Στη συνέχεια του είπε να καθίσει και ζήτησε από τη μητέρα μου να του φτιάξει καφέ. Φεύγοντας ο Ιταλός είπε στον πατέρα μου να περάσει, όποτε μπορεί, από την ιταλική διοίκηση. Έπειτα από λίγες ημέρες ο πατέρας μου έμαθε ότι οι Ιταλοί είχαν συλλάβει έναν Γιάννη Γεωργόπουλο, επίσης δάσκαλο, και αμέσως κατάλαβε ότι είχαν συλλάβει λάθος άνθρωπο, γνωρίζοντας ότι ήθελαν να συλλάβουν τον ίδιο, λόγω των δημοκρατικών του πεποιθήσεων. Πήρε, λοιπόν, τα απαραίτητα και πήγαμε μαζί μέχρι την ιταλική διοίκηση, στην πλατεία Αγίου Γεωργίου, στην Πάτρα. Εκείνη τη στιγμή έβγαινε από τις σκάλες ένας κρατούμενος και ο πατέρας μου κατάλαβε πως ήταν ο συνονόματός του. Απευθυνόμενος προς τον διερμηνέα, του λέει πως "λάθος άνθρωπο συλλάβατε, διότι εγώ είμαι αυτός που θέλετε". Στη συνέχεια συνέλαβαν τον πατέρα μου και τον οδήγησαν στις φυλακές Μαργαρίτη, που βρίσκονταν στην οδό Λόντου, κοντά στο Κάστρο. Έπειτα από περίπου έναν χρόνο μετέφεραν τον πατέρα, μαζί με άλλους κρατούμενους, στην Ακροναυπλία, όπου έμειναν για μακρό χρονικό διάστημα. Στην συνέχεια τούς μετέφεραν σε ένα στρατόπεδο πολιτικών κρατουμένων, έξω από τη Λάρισα. Το 1943 έγινε σαμποτάζ κοντά στο Κούρνοβο, όπου ανατινάχθηκε μία σήραγγα τη στιγμή που περνούσε ένα τρένο γεμάτο Ιταλούς. Σε αντίποινα οι Ιταλοί πήραν 106 κρατούμενους, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο πατέρας μου και τους εκτέλεσαν».

Κλείνοντας την αφήγησή του, δίνει τη δική του ερμηνεία για τον ενθουσιασμό που επικρατούσε τις πρώτες ώρες από την έναρξη του πολέμου: «Είχε προηγηθεί ο τετραετής διωγμός των δημοκρατικών πολιτών από το καθεστώς του Μεταξά και ως εκ τούτου η 28η Οκτωβρίου του 1940 ήταν η ημέρα που οι πολίτες απέκτησαν και πάλι ατομικές ελευθερίες. Αυτοί, λοιπόν, που μέχρι χθες τούς κυνηγούσαν, τους έβαζαν φυλακή και τους έδερναν, πήραν όπλο στα χέρια τους και πήγαιναν γεμάτοι ενθουσιασμό να πολεμήσουν τους φασίστες».

Αναδημοσίευση από το msn.com



28 Οκτωβρίου: Η Μακρά σκιά της δεκαετίας του ΄40. Πόλεμος - Κατοχή - Αντίσταση - Εμφύλιος

To βιβλίο «Η Μακρά σκιά της δεκαετίας του ΄40 Πόλεμος - Κατοχή - Αντίσταση - Εμφύλιος» που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια σε συνεργασία με το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, δεν αποτελεί μόνο φόρο τιμής σε έναν εξέχοντα ιστορικό, τον Χάγκεν Φλάισερ, ο οποίος με το έργο του άνοιξε δρόμους στην ελληνική ιστοριογραφία γύρω από τη δεκαετία του 1940.

Αποτελεί παράλληλα ένα μοναδικό αποτύπωμα της σύγχρονης συζήτησης, στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, αναφορικά με τη μνήμη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και τη δημόσια ιστορία του.

Ο τόμος ( 472 σελίδες) επικεντρώνεται γύρω από θέματα που αποτέλεσαν για πολλές δεκαετίες ταμπού για την εγχώρια και ξένη ιστοριογραφία. Ανάμεσά τους το ναζιστικό παρελθόν σε χώρες όπως η ίδια η Γερμανία ή η Αυστρία, η συνεργασία στην εξόντωση των Εβραίων στην Ολλανδία ή στη Βουλγαρία, ο δωσιλογισμός και η ένοπλη συνεργασία στην Ελλάδα. Ιδιαίτερη έμφαση αποδίδεται στη σύγχρονη συζήτηση, στην κριτική περί αναθεωρητισμού, στους «πολέμους της μνήμης».

Η συμμετοχή σημαντικών Ελλήνων και ξένων ιστορικών, με συχνά διαφορετικές και αλληλοσυγκρουόμενες αντιλήψεις, εμπλουτίζει τον τόμο αναδεικνύοντας τη ζωντάνια και την κρισιμότητα μιας δεκαετίας που σημάδεψε τον 20ο αιώνα.

Την έκδοση επιμελήθηκαν οι ιστορικοί Κατερίνα Γαρδίκα, 'Αννα Μαρία Δρουμπούκη, Βαγγέλης Καραμανωλάκης, Κώστας Ράπτης. Διαμορφώνεται σε πέντε ενότητες και η πρώτη επικεντρώνεται στις ευρωπαϊκές πολιτικές και πρακτικές της μνήμης , εξίσου των νικητών και ηττημένων.

Ξεκινά με το κείμενο του κορυφαίου Γερμανού ιστορικού Βόλφγκανγκ Μπεντς (Wolfgang Benz), για τη διαχείριση του ναζιστικού παρελθόντος στη Γερμανία μετά τον πόλεμο. Αναφέρεται στην «αποναζιστικοποίηση» που συντελέστηκε με διαφορετικό τρόπο στις δύο Γερμανίες, καθώς «η Ανατολική (ΓΛΔ) έδωσε έμφαση στο αντιφασιστικό αφήγημα, κατηγορώντας το αντίπαλο στρατόπεδο της Δυτικής Γερμανίας (ΟΔΓ) για μιλιταριστική και ρεβανσιστική πολιτική με τη σύμπραξη των άλλοτε Ναζί».

Η ''αποναζιστικοποίηση'' επισημαίνει ο Β. Μπεντς «εκφυλίστηκε σε μια διαδικασία σιωπηλού ξεπλύματος των ναζί σε καιροσκόπους ή και σε αθωωμένους.Επίσης, δεν κατάφερε να εκπληρώσει την πολιτική αναγκαιότητα της αποκατάστασης των μελών και αξιωματούχων της χιτλερικής παράταξης με τον κατάλληλο για την κάθε περίσταση τρόπο» συνεχίζει ο ίδιος: «Αυτό συνέβη διότι δεν θα ήταν εφικτή η δόμηση μιας δημοκρατικής μεταπολεμικής κοινωνίας στη Γερμανία, εφόσον εκατομμύρια πρώην Ναζί παρέμεναν στιγματισμένοι ως παρίες.

Το δίλημμα μεταξύ ηθικής αξίωσης, πολιτικής αναγκαιότητας και κοινωνικής πραγματικότητας παρέμεινε. Η ''αποναζιστικοποίηση'' έγινε για τους περισσότερους αντιληπτή με ανακούφιση ως ένα τερματικό σημείο, μετά το οποίο μια ολόκληρη γενιά αντιμετώπιζε πλέον τον εθνικοσοσιαλισμό με συλλογική σιωπή και καθολική λήθη. Μόνο οι απόγονοι προσπάθησαν να σπάσουν αυτήν τη σιωπή, και ο διάλογός τους με το ναζιστικό παρελθόν ξεκίνησε αργά, μόλις στα τέλη της δεκαετίας του 1960».

Στην ενωμένη πλέον Γερμανία, το κεντρικό μνημείο για το Ολοκαύτωμα στην καρδιά του Βερολίνου παραμένει το πιο συμπαγές παράδειγμα των προτεραιοτήτων της γερμανικής πολιτικής της μνήμης, τονίζει ο ιστορικός, ο οποίος διευθύνει από το 1990 το κέντρο έρευνας για τον αντισημιτισμό στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.

Τα ναζιστικά εγκλήματα παρέμειναν για χρόνια άγνωστα κεφάλαια του πολέμου στην δημόσια μνήμη των Γερμανών , όπως και η ιστορία της κατεχόμενης Ελλάδας. Τους λόγους αναλύει στην ίδια ενότητα ο δημοσιογράφος Έμπερχαρντ Ρόντχολτς (Eberhard Rondholz). Ακόμα και σήμερα λίγοι Γερμανοί γνωρίζουν για τα Καλάβρυτα και το Δίστομο, αναφέρει στο κείμενο του «Η επιλεκτική μνήμη των ηττημένων».

Πρόκειται για τον φιλέλληνα δημοσιογράφο που μέσα από τις εκπομπές του στη γερμανική τηλεόραση και ραδιόφωνο τη δεκαετία του 1980, έκανε γνωστά στην γερμανική κοινή γνώμη τα εγκλήματα της Βέρμαχτ στα Βαλκάνια, και κυρίως στην Ελλάδα.

«Γιατί η μνήμη μας όσον αφορά τα γεγονότα στην Ελλάδα της Kατοχής ήταν επιλεκτική δεκάδες χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου, ακόμα και μετά την άφιξη εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων στην ΟΔΓ, των γκασταρμπάιτερ (Gastarbeiter), όπως τους ονομάζαμε τότε;Γιατί ήταν τόσο πενιχρές οι πηγές, οι δευτερεύουσες, αλλά και οι δημοσιοποιημένες κύριες;» γράφει ο Ρόντχολτς .« Eνοχλούσε μια δημόσια πλέον συζήτηση για το βρόμικο παρελθόν της Βέρμαχτ και στα μέτωπα των Βαλκανίων.

Στους στρατηγούς που καταδικάστηκαν στη Νυρεμβέργη δόθηκε αμνηστία μέσα σε λίγα χρόνια· με την αμνηστία των στρατηγών ήρθε και η αμνησία για τα εγκλήματα πολέμου. Αντιθέτως, σταθερή θέση στη διαμόρφωση της δημόσιας μνήμης τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες είχαν οι αναμνήσεις των βετεράνων της Βέρμαχτ και των SS» τονίζει ο Γερμανός δημοσιογράφος. Και επισημαίνει τη «στροφή στη δημόσια εικόνα της Κατοχής» μετά την ομιλία που εκφώνησε ο Γερμανός πρόεδρος Ρίχαρντ φον Βαϊτσέκερ στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής κατά την επίσημη επίσκεψή του στην Ελλάδα τον Ιούνιο του 1987:

«Δόθηκε τότε η ευκαιρία στους ανταποκριτές των γερμανικών εφημερίδων για εκτεταμένα ρεπορτάζ με θέμα την Κατοχή και τις μαζικές εκτελέσεις όχι μόνο στην Καισαριανή, αλλά και στα Καλάβρυτα, την Κρήτη και το Δίστομο. Έμαθαν οι αναγνώστες για την εκτέλεση των 200 την Πρωτομαγιά του 1944 και την ιστορία του ήρωα Ναπολέοντα Σουκατζίδη.. Επίσης οι αναγνώστες έμαθαν ότι πολύ πριν επισκεφθεί ο Βαϊτσέκερ το Σκοπευτήριο η Ανατολική Γερμανία έστελνε τους πρέσβεις της εκεί κάθε Πρωτομαγιά στο μνημόσυνο για τους διακόσιους. Είχαν σημασία οι επισκέψεις σε τόπους θυσίας στην Ελλάδα, στον πόλεμο της μνήμης μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Γερμανίας».

Τα επόμενα κεφάλαια του βιβλίου εστιάζουν στην γενοκτονία των Εβραίων, την αντίσταση και τον δωσιλογισμό στην Ελλάδα, τον τρόπο με τον οποίο η πολιτική, η ιστορία και η λογοτεχνία διαχειρίστηκαν τις τραυματικές μνήμες της περιόδου, ενώ η τελευταία ενότητα περιέχει ανακοινώσεις για τις συγκρούσεις και τις διαμάχες σχετικά με τη δεκαετία του 1940 στην ελληνική και διεθνή ιστοριογραφία.

Από την ενότητα για το αντιστασιακό κίνημα και το δωσιλογισμό, ενδεικτικά παραθέτουμε ένα σύντομο απόσπασμα από το κείμενο του Δημήτρη Κουσουρή για τον δωσιλογισμό και το πέρασμά του από την πολιτική στην κοινωνική ιστορία του φαινομένου : «H μυθική ανακατασκευή του πρόσφατου παρελθόντος, σύμφωνα με την οποία ''εδώ, σε αντίθεση με τις άλλες χώρες, οι συνεργάτες του κατακτητή ήταν λίγοι (κι ασήμαντοι)'', αποτέλεσε κοινό τόπο του κυρίαρχου αφηγήματος σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες που μοιράστηκαν ανάλογη εμπειρία.

Στην Ελλάδα αυτός ο μύθος επικυρώθηκε με αίμα στα πεδία των μαχών του Εμφυλίου και βόλεψε στις διάφορες εκδοχές του και για διαφορετικούς λόγους τόσο το στρατόπεδο των ηττημένων, όσο κι εκείνο των νικητών. Στην πλευρά των νικητών συμμετείχαν πολλοί που είχαν κάθε συμφέρον να συγκαλύψουν ή να ''σβήσουν'' από τη συλλογική μνήμη το ένοχο παρελθόν τους· για τους ηττημένους της κομμουνιστικής Αριστεράς, η καλλιέργεια και η προβολή του πατριωτικού μύθου μιας ''παλλαϊκής αντίστασης'', της οποίας υπήρξαν οι κύριοι εκφραστές, αποτέλεσαν όχημα για την επανενσωμάτωσή τους στον ''εθνικό κορμό''».

Στις σελίδες αυτού του σημαντικού βιβλίου για τη μακρά δεκαετία του 40 διαφαίνεται τελικά ένα παρελθόν που, όπως μας πιστοποιούν οι ιστορικοί, είναι «άβολο και ιδιαίτερα ''σκληρό για να πεθάνει'', καθώς αναβιώνει πολλαπλώς, ρίχνοντας τη βαριά σκιά του στο σήμερα και στο αύριο της χώρας».

Αναδημοσίευση από τό msn.com