Σε μία τυχαία συζήτηση για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση τι ακούει συνήθως κάποιος; «Το σχολείο είναι βαρετό», «οι καθηγητές βαριούνται και κάνουν ιδιαίτερα», «Στη Γ' Λυκείου η φοίτηση είναι μια τυπική υπόθεση» και στην καλύτερη περίπτωση «το πρόγραμμα είναι πολύ φορτωμένο και τα παιδιά δε μπορούν να αποκτήσουν καμία κριτική ικανότητα»
Όταν ανοίγει ένας διάλογος για την αναβάθμιση του δημόσιου σχολείου, αρχικά ακούγονται μόνο δυσκολίες, θλιβερές διαπιστώσεις, αδιέξοδα. Μόλις όμως μπούμε στην τάξη και εικοσιπέντε ζευγάρια εφηβικά μάτια μας κοιτούν με αγωνία και προσμονή, τότε όλα αλλάζουν. Ανακαλύπτουμε το δημιουργικό διάλογο, διαμορφώνουμε καινοτόμες ιδέες και προτάσεις, «ξεβολευόμαστε» λίγο, αποκτούμε αυτοπεποίθηση και ελπίδα και από τα ίδια τα παιδιά.
Κάνω την εισαγωγή αυτή μεταφορικά για να τονίσω ότι τα προβλήματα της εκπαίδευσης δεν έχουν να κάνουν με την «πεσμένη ψυχολογία» των εκπαιδευτικών και τις χρονίζουσες παθογένειες. Οι όποιες διορθώσεις, αλλαγές, ανατροπές, θα πρέπει να έχουν στο επίκεντρο το μαθητή και το δημιουργικό του ρόλο στο σχολείο και όχι μόνο.
Στον πρόλογο υπάρχουν «αλήθειες και ψέματα». Τα χρόνια μεγάλα προβλήματα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης πρέπει να συζητηθούν χωρίς καμία προσπάθεια αποπολιτικοποίησης και αποϊδεολογικοποίησης. Στόχος μας πρέπει να είναι η αποκομματικοποίηση και η εφαρμογή της επιταγής του Συντάγματος για Δημόσια Δωρεάν Παιδεία.
Στη συγκεκριμένη παρέμβαση θα προσπαθήσω να τοποθετήσω ζητήματα που μπορούν να γίνουν αντικείμενο του Εθνικού Διαλόγου, χωρίς να τα ιεραρχήσω και φυσικά χωρίς να τα εξαντλήσω:
Η οργάνωση και διοίκηση των Γυμνασίων – Λυκείων θα πρέπει να εξυπηρετεί το βασικό στόχο του Δημοσίου Σχολείου που είναι η άμβλυνση των μορφωτικών ανισοτήτων, η εξάλειψη κάθε λογής διακρίσεων, όπως φύλου, θρησκεύματος, πεποιθήσεων κτλ. Στην κατεύθυνση αυτή, δηλαδή ενός ανοιχτού στην κοινωνία σχολείου, χρειάζεται ένα σαφώς λιγότερο γραφειοκρατικό σύστημα.
Καλείται η πολιτεία να δείξει εμπιστοσύνη στους καθηγητές, στο ρόλο τους και την αποστολή τους. Να εξαλειφθεί μια τιμωριτική ελεγκτική γραφειοκρατία που επιβλήθηκε από ΝΔ – ΠΑΣΟΚ και να ξεκινήσει ένας ουσιαστικός δημιουργικός έλεγχος που θα αναβαθμίζει το ρόλο του διευθυντή αλλά κυρίως το ρόλο του Συλλόγου Διδασκόντων. Είμαι σίγουρος ότι στο θέμα αυτό θα υπάρξουν σημαντικές προτάσεις από έμπειρους εκπαιδευτικούς.
Κοινή διαπίστωση ότι πρέπει να μειωθούν τα μαθήματα, να γίνει αναδιοργάνωση της ύλης με στόχο την εμβάθυνση και την κριτική σκέψη. Χιλιοειπωμένα πράγματα σήμερα, όμως δεν πάει άλλο. Δεν είμαι ειδικός, αλλά πιστεύω ότι πρέπει να ξεπεραστούν συντεχνιακές αγκυλώσεις, επιστημονικές εμμονές και ιδιοτέλειες που πολλές φορές στενεύουν τον ορίζοντα της μάθησης. Νομίζω ότι σήμερα το ΙΕΠ (Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής) έχει την πολιτική βούληση να υπηρετήσει με κάθε γόνιμο τρόπο τον παραπάνω στόχο.
Σημαντική είναι η επισήμανση στο σημείο αυτό για την ανάγκη ενίσχυσης της γενικής παιδείας. Η αισθητική αγωγή, οι τέχνες, η αγωγή υγείας, η περιβαλλοντική εκπαίδευση, διαθεματικές με θέμα τον πολιτισμό θα πρέπει να αποτελούν μέρος του αναλυτικού προγράμματος και όχι «μαθήματα» για συμπλήρωση ωραρίου.
Αν όλα τα παραπάνω πρέπει να αλλάξουν ή να βελτιωθούν, στο θέμα της δημόσιας τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης πρέπει να συζητήσουμε περίπου από μηδενική βάση, με δεδομένο ότι σήμερα στα ΕΠΑΛ και τις ΕΠΑΣ φοιτά περίπου το 30% του μαθητικού δυναμικού της χώρας. Σήμερα πρέπει να απαντήσουμε:
Τα ΕΠΑΛ είναι ισότιμα με τα Γενικά Λύκεια; Όχι και γιατί; Η τεχνική επαγγελματική εκπαίδευση, θα είναι τεχνική, θα είναι επαγγελματική και με τι δικαιώματα; Θα είναι εκπαίδευση ισότιμη με το Τεχνικό Λύκειο; Αντέχουμε σήμερα το δυσβάσταχτο και δικαιολογημένα βαρύ προϋπολογισμό της Τ.Ε.Ε;
Άφησα για το τέλος την αποτίμηση/αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών. Αξίζει τον κόπο να δούμε το θέμα πηγαίνοντας αρκετά πίσω. «Πάντα η πολιτεία ήθελε την αξιολόγηση στα σχολεία και στους εκπαιδευτικούς και ποτέ δεν την εφάρμοσε μέχρι το 2011 γιατί αντιδρούσαν οι συνδικαλιστές και η οπισθοδρομική αριστερά.» Μέγιστο Ψέμα! Οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ τα τελευταία τριάντα χρόνια προσχηματικά μιλούσαν για αξιολόγηση, με στόχο τη συκοφάντηση του συνδικαλιστικού κινήματος των εκπαιδευτικών που έχει, ωστόσο, σοβαρές ευθύνες στο θέμα αυτό.
Στην πράξη δεν ήθελαν καμία αξιολόγηση, όπως και γενικότερα στο δημόσιο τομέα, ώστε να διευκολύνεται το πελατειακό κράτος, το ρουσφέτι, ο κοινωνικός αυτοματισμός και η απίστευτη γραφειοκρατία. Μέχρι που ήρθαν τα μνημόνια και η κυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ προσπάθησε να επιβάλει μια υποκριτική, τιμωριτική αξιολόγηση για τον εκπαιδευτικό, επιδεικνύοντας παράλληλα ένα ταξικό και ιδεολογικό κόμπλεξ προς τον δημόσιο λειτουργό της εκπαίδευσης.
Όλα αυτά βέβαια, είναι απολύτως εξηγήσιμα, όταν γίνονται και λέγονται από τους θιασώτες της «αριστείας» και της υπεροχής του ιδιωτικού σχολείου.
Σήμερα και μετά την αναστολή της τιμωριτικής «αξιολόγησης» από την κυβέρνηση πρέπει άμεσα να προχωρήσουμε στην υλοποίηση ενός συστήματος αξιολόγησης του εκπαιδευτικού και παιδαγωγικού έργου με δημοκρατικό και συλλογικό τρόπο. Οι θέσεις του τμήματος Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ για το θέμα αυτό είναι μια καλή βάση για συζήτηση που πρέπει να γίνει δημόσια, μέσα και έξω από τα σχολεία.
Κλείνοντας, θέλω να πω ότι δε θα έπρεπε να βιαζόμαστε. Είναι πολλοί αυτοί που θέλουν να συμμετάσχουν σε αυτό το διάλογο, συνεισφέροντας κάτι βιωματικό ή μη. Εμείς με ανοιχτά μυαλά, ανοίγουμε όλες τις πόρτες επικοινωνίας στις ανάγκες και τις προσδοκίες των ανθρώπων της εκπαίδευσης.
* Νίκος Θηβαίος, Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Βοιωτίας, Μαθηματικός στην
Αυγή